Φανταστικά Χρονικά

Η katharine penelope burdekin και το Ουτοπικό Όραμα

άρθρο της Δόμνας Παστουρματζή
ΦΧ, τεύχος 1, Ιανουάριος 2003

Η ανακάλυψη ξεχασμένων λογοτεχνικών κειμένων γραμμένα από γυναίκες ήταν μια από τις σημαντικότερες πράξεις του ακαδημαϊκού φεμινισμού στη δεκαετία του 1970. Μετά από συστηματική έρευνα σε βιβλιοθήκες, αρχεία και περιοδικά ξανα-ανακαλύφθηκαν έργα ξεχασμένα και παραμελημένα τα οποία στο σύνολό τους, κατά την άποψη των κριτικών, αποτελούν την γυναικεία καλλιτεχνική παράδοση της Δύσης, δείχνοντας ότι οι γυναίκες συγγραφείς που είχαν πρόσβαση στην παιδεία της εποχής τους ήταν άγρυπνοι κριτές του πολιτικού κατεστημένου και (πέρα από τα mainstream έργα τους) μέσα από ευφάνταστα σενάρια όχι μόνο ασκούσαν έντονη κριτική στα κακώς κείμενα αλλά οραματίζονταν και ένα διαφορετικό μέλλον. Η Ουτοπία του Τόμας Μορ, το 1984 του Τζωρτζ Όργουελ και ο Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος του Άλντους Χάξλεϋ είναι τα κλασικά και δημοφιλέστερα κείμενα στα οποία αναφερόμαστε συχνά. Με εξαίρεση το έργο της Μαίρη Σέλλεϋ Φράνκενσταϊν, συνήθως παραμερίζονται οι ουτοπίες και δυστοπίες γραμμένες από γυναίκες.

Σε γενικές γραμμές, η λογοτεχνία της ουτοπίας είναι ένα καλλιτεχνικό είδος με ξεκάθαρα χαρακτηριστικά, με πολιτική διάσταση, σοσιαλιστικό όραμα, και διδακτικό ύφος. Οι ουτοπίες που γράφτηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα υπό την επήρεια του πρώτου κύματος του Αγγλο-Αμερικανικού φεμινισμού διαφέρουν από τις ουτοπίες που γράφτηκαν στη δεκαετία του 1970 με τη συμβολή του σύγχρονου φεμινιστικού κινήματος. Οι τελευταίες άλλαξαν ριζικά τη λογοτεχνία της ουτοπίας με το να ενσωματώσουν συγκρούσεις και ατέλειες, τη διαφορετικότητα και την παραβίαση στον παραδοσιακό κοινωνικό χώρο της ουτοπίας [burwell, "preface," xi] που διέπεται από την αρμονία και τη στατικότητα. Η έμφασή τους δεν ήταν τόσο στο να παρουσιάσουν ένα σχεδιάγραμμα της ιδανικής κοινωνίας όσο στο να αναθεωρήσουν και να αναπλάσουν τη σχέση του υποκειμένου με την κοινωνία.

Στο βιβλίο της how to suppress women's writing (Πώς να Καταπνίξεις την Γυναικεία Γραφή, 1983), η joanna russ διευκρινίζει ότι μέχρι πρόσφατα οι άνδρες κριτικοί αντιμετώπιζαν τη γυναικεία δημιουργική πράξη με την άρνηση. Παραδείγματος χάρη, ισχυρίζονταν ότι η Βιρτζίνια Γουλφ είχε προσλάβει άνδρα διανοούμενο για να γράψει τα βιβλία της, και ότι ο αληθινός συγγραφέας των έργων των Έμιλι και Σαρλότ Μπροντέ ήταν ο αδελφός τους, ο Μπράνγουελ Μπροντέ. Όταν δεν μπορούσαν να αρνηθούν τη γυναικεία ταυτότητα τότε κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι το έγραψε μεν αλλά δεν έπρεπε να το γράψει. Όταν μια γυναίκα γράφει ή ζωγραφίζει, δείχνει ότι είναι ανώμαλη, νευρωτική, αναξιαγάπητη, και δυσάρεστη. Το γράψιμό της είναι ακαταλαβίστικο, σπασμωδικό, χωρίς ενδιαφέρον και σε γενικές γραμμές δεν είναι τέχνη [russ 20, 21]. Μία τέτοια στάση είχε ως αποτέλεσμα την κοινωνική αφάνεια και απομόνωση των γυναικών συγγραφέων και το θάψιμο των έργων τους στη λήθη. Ακόμα και στις μέρες μας. "Υπάρχουν παρά πολλά καλά λογοτεχνικά έργα γραμμένα από γυναίκες που κανένας δεν τα γνωρίζει" [russ 122].

Η Κάθριν Μπορντέκιν (1896-1963) είναι μια γυναίκα συγγραφέας με πολιτική γραφή και φεμινιστική συνείδηση, επί δεκαετίες στην αφάνεια. Στη αρχές της δεκαετίας του 1980 η ακαδημαϊκή σκαπάνη την επανέφερε στο φως της δημοσιότητας και αποκάλυψε ότι ήταν η συγγραφέας των έργων που μέχρι τότε έφεραν το ψευδώνυμο murray constantine. Ξένο στοιχείο για την εποχή της, η Μπορντέκιν ήταν ένα προπομπός του φεμινισμού που καταρρακώθηκε μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους. Προσεγγίζει την ιδεολογία των φύλων από "μια οπτική γωνία και με ένα λεξιλόγιο που μας πήρε χρόνια να το ξαναμάθουμε" [patai, "afterword," 161]. Τα έργα της είναι εμφανώς πολιτικοποιημένα και με έντονη αντιφασιστική στάση. Όπως και άλλοι πασιφιστές της εποχής της, η Μπορντέκιν εγκατέλειψε τον πασιφισμό κατανοώντας την απειλή του Χίτλερ. Προέβλεψε την εξόντωση των Εβραίων τουλάχιστον έξι χρόνια πριν το ιστορικό γεγονός. Αν και η φεμινιστική κριτική διαποτίζει όλα τα έργα της, οι ουτοπίες και δυστοπίες της είναι τα έργα που περιέχουν δριμεία αμφισβήτηση των πατριαρχικών μοντέλων συμπεριφοράς και της πολιτικής ταυτότητας των φύλων.

Η katharine penelope cade γεννήθηκε στο Ντέρμπισαϊρ της Μεγάλης Βρετανίας. Ήταν η μικρότερη από τα τέσσερα παιδιά μιας μεσοαστικής, όχι ιδιαίτερα μορφωμένης οικογένειας. Ο πατέρας δεν πήγε στο πανεπιστήμιο επειδή διαχειριζόταν την οικογενειακή ιδιοκτησία. Παρά το γεγονός ότι η επίσημη παιδεία της σταμάτησε στα δεκατρία, η μητέρα της αποδείχθηκε μανιακή αναγνώστρια. Γκουβερνάντα δίδαξε στα παιδιά τα πρώτα γράμματα τους μέχρι να εγγραφούν στο σχολείο σε ηλικία 11-12 ετών. Μετά το τέλος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης η Πηνελόπη ήθελε να πάει στην Οξφόρδη όπως και ο αδελφός της, αλλά οι γονείς της αρνήθηκαν. Τον Μάιο του 1915 παντρεύτηκε τον Αυστραλό δικηγόρο beaufort burdekin, ο οποίος επέστρεψε στο μέτωπο μετά το γάμο τους ενώ η Πηνελόπη εργάστηκε ως νοσοκόμα στο τοπικό στρατιωτικό νοσοκομείο. Οι δύο κόρες της γεννήθηκαν το 1917 και το 1920 αντίστοιχα.

Τον Αύγουστο του 1920 η οικογένεια Μπορντέκιν μετακόμισε στην Αυστραλία, απ' όπου η Μπορντέκιν επέστρεψε με τα παιδιά της στο Κόρνγουωλ το 1922 με τη διάλυση του γάμου της. Εκεί είχε ήδη μετακομίσει η μητέρα της και η αδελφή της μετά το θάνατο του πατέρα της. Το 1926 γνωρίζει και την γυναίκα που θα γίνει η φίλη και σύντροφος της υπόλοιπης ζωής της. Μαζί μεγαλώνουν τις κόρες της Μπορντέκιν και αργότερα το παιδί της συντρόφου. Ζουν μια ιδιωτική ζωή ως εκκεντρικές ευγενείς κυρίες της εξοχής, με συχνές επισκέψεις στο Λονδίνο.

Μεταξύ 1920 και 1956 η Μπορντέκιν έγραψε πάνω από είκοσι μυθιστορήματα, αρκετά θεατρικά έργα, διηγήματα και ποιήματα. Τα βιβλία της γράφτηκαν υπό την εξαπλούμενη σκιά του φασισμού. Πηγές της τα αγαπημένα της ιστορικά και θρησκευτικά αναγνώσματα, οι μύθοι, οι θρύλοι και τα παραμύθια. Στις δεκαετίες του 1920 και του 1930 η Μπορντέκιν έγραφε το ένα έργο μετά το άλλο, σαν δαιμονισμένη. Υπήρξε ειδικά πολυγραφότατη στη δεκαετία του 1930, αντιδρώντας στην πολιτική κρίση της Ευρώπης και στην άνοδο του Μουσολίνι και του Χίτλερ. Έγραφε με την αίσθηση του κατεπείγοντος και χωρίς πολλές διορθώσεις. Από το 1934 και μετέπειτα όλα τα έργα της τα υπέγραφε με το ψευδώνυμο murray constantine. Στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου η Μπορντέκιν σταμάτησε το γράψιμο για να εργαστεί σε εργοστάσιο παπουτσιών, ώσπου προβλήματα υγείας την ανάγκασαν να σταματήσει. Τα γεγονότα στο Ναγκασάκι και τη Χιροσίμα έδωσαν μια μυστικιστική διάσταση στα έργα που έγραψε από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 και μετά. Εκτός ότι παραμένουν αδημοσίευτα, επικεντρώνονται σε πνευματικά και θρησκευτικά και όχι πολιτικά ζητήματα.

Με ιδιαίτερη έμφαση στο γράψιμο και στην ανάγνωση και στο ρόλο που παίζουν οι λέξεις στην κατασκευή της πραγματικότητας, η Μπορντέκιν εξερευνά τον συστηματικό χαρακτήρα των ρόλων των φύλων και την κοινωνική προέλευση των εννοιών αρρενωπότητα και θηλυκότητα. Δύο θέματα απασχολούν την φαντασία της, η πνευματική εξέλιξη του ανθρώπινου είδους και οι πολιτικές συνέπειες που συνεπάγεται η εδραίωση της παραδοσιακής αρρενωπότητας και θηλυκότητας. Το cult της αρρενωπότητας σύμφωνα με την Μπορντέκιν ήταν ο πυρήνας της φασιστικής ιδεολογίας των Ναζί.

Το πιο γνωστό έργο της είναι η δυστοπία με τίτλο swastika night (1937) που τοποθετείται 700 χρόνια μετά τη νίκη του Χίτλερ στην Ευρώπη. Η πρώτη της φουτουριστική δυστοπία είχε τον τίτλο proud man (1934). Το swastika night παρουσιάζει την τυραννία και την καταπίεση του φασιστικού καθεστώτος και μέσα από τις εμπειρίες ενός νεαρού Γερμανού προάγει τη συνειδητοποίηση ότι κάτι δεν πάει καλά σε ένα κόσμο όπου ο Χίτλερ λατρεύεται ως θεός και οι γυναίκες έχουν υποβιβαστεί σε θηλαστικά αναπαραγωγής. Στον κόσμο αυτό οι Εβραίοι έχουν εξαλειφθεί και οι Χριστιανοί θεωρούνται παρίες. Είναι ένα ανατριχιαστικό όραμα παρανοϊκής φαλλοκρατίας, ένα απόλυτα αρρενοποιημένο μέλλον που μας βοηθά να καταλάβουμε ότι η ιδεολογία των Ναζί δεν είναι ποιοτικά αλλά ποσοτικά διαφορετική από παραδοσιακά ανδρικά ιδεώδη της πατριαρχίας. Οργιάζει η "υπερτροφική αρρενωπότητα" την οποία η ιδεολογία των Ναζί έχει αναγάγει σε θρησκεία.

Τοποθετημένο στην Γερμανία και την Αγγλία κατά την έβδομη Χιτλερική χιλιετία, το έργο παρουσιάζει ένα κόσμο διαιρεμένο σε δύο στρατόπεδα, την Αυτοκρατορία των Ναζί που περιλαμβάνει την Ευρώπη και την Αφρική και την εξ ίσου μιλιταριστική αυτοκρατορία των Ιαπώνων που περιλαμβάνει την Ασία, την Αυστραλία και τις Αμερικανικές ηπείρους. Σύμφωνα με το καθεστώς, ο Χίτλερ, ο Μοναδικός Άνδρας, δεν γεννήθηκε αλλά ξεπήδησε από το κεφάλι του Θεού Πατρός. Είναι αμόλυντος επειδή δεν είχε καμία επαφή με γυναίκα και λατρεύεται ως θεός. Η Βίβλος του Χίτλερ εξιστορεί τα ηρωικά κατορθώματα του αμόλυντου Υιού και των συντρόφων του.

Στον κόσμο αυτό κυριαρχεί η λατρεία του άνδρα χωρίς μητέρα, οι γυναίκες έχουν εκπέσει στο επίπεδο των ζώων. Η μόνη τους επαφή με το "Ιερό Μυστήριο της Αρρενωπότητας" είναι όταν βιάζονται για παράγουν γιους. Υποταγμένες, με ξυρισμένο κεφάλι, περπατούν σκυφτές με προταγμένη κοιλιά και φουσκωμένο πισινό και είναι ένα θέαμα αξιολύπητο. Στερούνται αξιοπρέπειας, αγάπης, γνώσης, δικαιωμάτων. Χρησιμοποιούνται μόνο για την αναπαραγωγή του είδους και φυλάσσονται σε κελιά σε απομονωμένες περιοχές. Δεν ελέγχουν το σώμα τους και δεν ελέγχουν την ανατροφή των παιδιών τους. Δεν μπορούν να αρνηθούν τον άνδρα που τις ποθεί και κάθε άρνηση τους θωρείται βλασφημία και αμαρτία. Η αντίδραση του γυναικείου φύλου στην τυραννία είναι βιολογική. Το σώμα τους σταματά να γεννά θηλυκά μωρά με αποτέλεσμα να ταραχθεί η ισορροπία ανάμεσα στα φύλλα.

Η φασιστική κοινωνία διαιρείται σε φέουδα με Γερμανούς ιππότες στο ρόλο των τοπικών αρχόντων και είναι χτισμένη πάνω σε δύο θεσμούς: 1) τον χωρισμό του αγοριού από τη μητέρα του σε ηλικία 18 μηνών και την είσοδό του στον κόσμο των ανδρών και 2) το δικαίωμα των ανδρών να βιάζουν. Η σεξουαλικές ανάγκες των ανδρών ικανοποιούνται με την ομοφυλοφιλία που δεν αναιρεί την αρρενωπότητα. Η αναπαραγωγή είναι κοινωνικό χρέος κάθε Γερμανού πολίτη. Ανεξάρτητα από την κοινωνική τάξη τους όλοι οι άνδρες θεωρούνται ανώτεροι των γυναικών. Όλοι τους ορκίζονται στο Χιτλερικό πιστεύω: "Πιστεύω στην υπερηφάνεια, στη γενναιότητα στη βία, στη βαρβαρότητα, στην αιματοχυσία, στην ασπλαχνία και σε όλες τις άλλες στρατιωτικές και ηρωικές αρετές." [swastika night, 6]. Η Μπορντέκιν κατανοεί πολύ καλά ότι ο βιασμός είναι στην ουσία μια επίθεση κατά την αυτονομίας των γυναικών και ότι σε μια σεξουαλικά πολωμένη κοινωνία η σεξουαλική απόρριψη εκ μέρους των γυναικών είναι η μόνη αντίδραση στην ανδρική ματαιότητα [patai, "introduction," v]. Η υποδούλωση των γυναικών και η κατάπτωσή τους σε σεξουαλικά αντικείμενα είναι εγγυημένα με την θεσμοθέτηση του βιασμού ως καθημερινή συμπεριφορά. Το ζητούμενο δεν είναι η σεξουαλική απόλαυση αλλά ο εξουσιασμός του γυναικείου φύλου. Μόνο τα αγόρια θωρούνται όμορφα, αξιαγάπητα, ποθητά.

Η κοινωνικοποίηση των γυναικών στην κατωτερότητα του φύλου τους και η ιστορική άγνοιά τους είναι αποτέλεσμα μιας συστηματικής πλύσης εγκεφάλου και ενός αποκλεισμού από την γνώση και την ιστορική μνήμη. Αλλά η Μπορντέκιν δεν φοβάται να καταγγείλει τις γυναίκες ως συνεργούς στον υποβιβασμό και υποδούλωση του φύλου τους αφού οι ίδιες οι γυναίκες υποτιμούν τον εαυτό τους και αποδέχονται την ιδεολογία των φύλων που σκαρφίστηκαν οι άνδρες. Η έλλειψη προσωπικής υπερηφάνειας και το γεγονός ότι είναι σεξουαλικά ευάλωτες υποβίβασαν τις γυναίκες στο επίπεδο των ζώων αφού για το μόνο πράγμα που είναι χρήσιμες είναι η αναπαραγωγή. Για την Μπορντέκιν, αυτό που οδήγησε στην υποβάθμιση της θηλυκής ταυτότητας είναι ο φόβος και η ζήλια που αισθάνονται οι άνδρες για την αναπαραγωγική δυνατότητα των γυναικών. Η γοητεία του πολέμου είναι η απουσία των γυναικών. Στο περίφημο mein kampf (1924) ο Χίτλερ θεωρεί ότι ο διαχωρισμός της εργασίας με βάση το φύλο είναι φυσιολογικός και ότι οι γυναίκες συμπληρώνουν τους άνδρες. Η πολιτική ζωή είναι ανάξια για τις γυναίκες. Ο εθνικός ρόλος τους είναι η μητρότητα, δηλαδή η αναπαραγωγή άξιων απογόνων. Αυτή η αποθέωση της γυναίκας ως μητέρα για την Μπορντέκιν μπορεί πολύ εύκολα να οδηγήσει στην κατάπτωση των γυναικών και στην επιβολή μιας ταυτότητας με μόνο χαρακτηριστικό την βιολογική λειτουργία.

Ο Βρετανός πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο Άλφρεντ, αντιτίθεται στη Ναζιστική ιδεολογία και απορρίπτει τη βία, την ανδρεία και τη βαρβαρότητα ως χαρακτηριστικά των "αληθινών" ανδρών. Κατά τη γνώμη του "μόνο οι αληθινοί άνδρες έχουν ψυχή" (29) και ως εκ τούτου η απελευθέρωση από το Φασισμό δεν μπορεί να επέλθει με τις στρατιωτικές αρετές. Απορρίπτει τον ίδιο τον Χίτλερ, τη Βίβλο του Χίτλερ, τη γερμανική αυτοκρατορία και την ιδέα ότι ο Θεός κατοικεί στην Γερμανία και έχει προτίμηση στους Γερμανούς.

Το swastika night γράφτηκε δώδεκα χρόνια πριν το 1984 του Όργουελ. Τα δύο έργα έχουν αρκετά κοινά στοιχεία αλλά ο Όργουελ αδυνατεί να αναλύσει το φαινόμενο της αρρενωπότητας ως την κύρια αιτία της καταπίεσης και ως βασικό στοιχείο του ολοκληρωτισμού. Αντίθετα η Μπορντέκιν με το να εκθέτει την πλαστικότητα των ρόλων, να καυτηριάζει την θρησκεία της αρρενωπής συμπεριφοράς και να αμφισβητεί την καθιερωμένη πόλωση των φύλων δίνει μια πολιτική διάσταση που λείπει από το έργο του Όργουελ. Και τα δύο μυθιστορήματα απεικονίζουν ολοκληρωτικά καθεστώτα, επικεντρώνουν την προσοχή τους στην εξάλειψη της ελεύθερης ατομικής σκέψης και συλλογικής μνήμης, έχουν πρωταγωνιστές που επαναστατούν και ενεργοποιούν την συνείδηση με την ανάγνωση ενός μυστικού βιβλίου. Υπάρχει μια κοινή σκηνή και στα δύο βιβλία όπου οι πρωταγωνιστές alfred και winston αντίστοιχα διαβάζουν δυνατά από το μυστικό βιβλίο που τους έδωσε ο μέντοράς τους (von hess, o'brien) ο πρώτος στον φίλο του hermann και ο δεύτερος στην ερωμένη του julia. Ενώ η Μπορντέκιν συνδέει την κυριαρχία, την εξουσία, και τη βία με την άρχουσα τάξη, ο Όργουελ χρησιμοποιεί τους ανδρικούς χαρακτήρες ως αντιπροσώπους του ανθρώπινου είδους και νομίζει ότι περιγράφει έμφυτα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Δεν μιλά για την πολιτική που διέπει τις σχέσεις των φύλων, δεν κάνει εμφανή την κοινωνική κατασκευή του γένους [lefanu 72].

Μέχρι τη δεκαετία του 1970 οι Αγγλόφωνες γυναικείες ουτοπίες και δυστοπίες που είχαν εκδοθεί στα τέλη του δεκάτου ενάτου αιώνα και στις πρώτες δεκαετίες του εικοστού δεν υπήρχαν για τον καθιερωμένο λογοτεχνικό κανόνα. Τα περισσότερα κείμενα δεν ήταν διαθέσιμα στην αγορά και τα ονόματα των γυναικών συγγραφέων είτε θεωρούνταν ανάξια μνείας είτε βρισκόταν παραχωμένα σε ανδρικά ψευδώνυμα. Η ουτοπία της Αμερικανίδας Σαρλότ Πέρκινς Γκίλμαν, herland (Η Χώρα Της, 1915) ξανατυπώθηκε το 1979, ενώ οι άλλες δύο ουτοπίες της, moving the mountain (1911) και with her in ourland (1916) περιμένουν τη σειρά τους. Η ουτοπία της Αμερικανίδας mary bradley lane, mizora: a prophesy (1880-81) ξαναείδε το φως της δημοσιότητας το 1975. Έκτοτε έχουν ανασκαφεί πολλά αξιόλογα κείμενα και έχουν γραφτεί πολλαπλές ουτοπίες και δυστοπίες από σύγχρονες γυναίκες συγγραφείς. Είναι καιρός να μεταφραστούν μερικά από αυτά τα έργα και στην ελληνική γλώσσα για να έχουν την δυνατότητα οι αναγνώστες όχι μόνο να εκτεθούν στα φεμινιστικά οράματα των γυναικών αλλά και να καταλάβουν ότι Η Πολιτεία του Πλάτωνα, η Ουτοπία του Τόμας Μορ, το 1984 του Όργουελ και άλλα παρόμοια έργα ανδρών δεν αντιπροσωπεύουν το ανθρώπινο αλλά το ανδρικό όραμα για το εστί ουτοπία και δυστοπία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βurwell, jennifer. "preface." notes on nowhere. feminism, utopian logic and social transformation. minneapolis: u of minnesota press, 1997.
burdekin, katherine. the Εnd of this day's business. new york: the feminist press, 1989.
---. swastika night. new york: the feminist press, 1985.
daphne patai. "afterward." the Εnd of this day's business. by katherine burdekin. new york: the feminist press, 1989.159-190.
daphne patai. "introduction." swastika night. by katherine burdekin. new york: the feminist press, 1985. iii-xv.
lefanu, sarah. feminism and science fiction. bloomington: indiana up, 1989.
russ, joanna. how to suppress women's writing. austin: u of texas p, 1983.