Απολογισμός του 2ου Εργαστηριού Συγγραφέων

 

του Γιώργου Γούλα

 

Για μάς (εννοώ εμένα κι άλλα 15 περίπου άτομα) το Εργαστήρι Συγγραφέων είναι ένας θεσμός με ζωντανή ιστορία ενός έτους. Άλλες δυο φορές απετέλεσε κύριο θέμα σε συνάντηση της ΑΛΕΦ, και εξαιτίας αυτού δεν μπορούμε να ξαναμιλήσουμε γι' αυτό από μηδενική βάση.

Δυο πράγματα μόνο για τους λίγους πουν δεν έχουν ακούσει ή δεν θυμούνται περί τίνος πρόκειται:


Οι συμμετέχοντες:

Μερικοί συγγραφείς που πιστεύουν ότι έχουν ακόμη κάτι να μάθουν για την τέχνη του γραψίματος ή που θέλουν να σφυγμομετρήσουν το συγγενές κοινό σχετικά με το πώς εκτιμά τις ικανότητές τους στην αφήγηση και τί έχει να προτείνει για τη βελτίωσή της. Δεν είναι απαραίτητο να έχουν δημοσιεύσει τίποτα. Το μόνο που απαιτείται είναι να έχουν τελειώσει ένα τουλάχιστον διήγημα, το οποίο να υποβάλουν προς κρίση και σχολιασμό.


Η προετοιμασία:

Οι δηλώσεις συμμετοχής γίνονται στον αρμόδιο, δηλαδή σε μένα, και παράλληλα υποβάλλονται και τα διηγήματα (η υποβολή τους μπορεί να γίνει μέχρι 1 μήνα πριν από τη διεξαγωγή του εργαστηριού και κατά προτίμηση σε 15 αντίγραφα).

Ο αρμόδιος αναλαμβάνει να μοιράσει τα διηγήματα σε όσους θα συμμετάσχουν 20 μέρες περίπου προ της συνάντησης. Όλοι πρέπει να μελετήσουν τα διηγήματα και να κάνουν τις πάσης φύσεως παρατηρήσεις τους επ' αυτών.


Το μάθημα ανατομίας:

Χωρίς να διαβαστεί κανένα από τα διηγήματα, οι συμμετέχοντες κάθονται σε κύκλο και ένας-ένας, αρχίζοντας από τα δεξιά του συγγραφέα και ολοκληρώνοντας με τον ίδιο τον συγγραφέα σχολιάζουν τα σημαντικότερα σημεία επί των οποίων έχουν παρατηρήσεις. Κάθε γύρος κρατά, υπό φυσιολογικές συνθήκες, 1 ώρα περίπου και ακολουθείται από σύντομο διάλειμμα για να γεμίσουμε τα φλιτζάνια με καφέ και να τσιμπήσουμε κουλουράκια, καναπεδάκια και ό,τι άλλο έχουν την ευχαρίστηση να συνεισφέρουν οι συμμετέχοντες.

Η πρώτη συνάντηση έγινε τον περασμένο Νοέμβρη και, ειλικρινά, ήταν σπουδαία εμπειρία για όλους μας. Αλλά γι' αυτή είχαμε ξαναμιλήσει, και ομολογώ ότι η θέρμη με την οποία περιγράψαμε αυτή την εμπειρία ίσως φάνηκε κάπως υπερβολική για τους μη - συμμετάσχοντες.

Μόλις ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, κι αυτό το καταλάβαμε γιατί άρχισε να το ζητάει έντονα οργανισμός μας, μαζέψαμε πεντέξι διηγήματα και αναγγείλαμε το Δεύτερο Εργαστήρι. Εδώ μάλλον κάναμε ένα λαθάκι: Δεδομένου ότι το 2ο εργαστήρι θα κρατούσε μία ημέρα (και όχι δύο όπως το 1ο), κανονικά θα μπορούσαμε να συζητήσουμε περίπου τα μισά, δηλαδή 5, διηγήματα. Όμως, από τη στιγμή της αναγγελίας και εγκαίρως, υποβλήθηκαν 10. Τα μοιράσαμε όλα, τονίζοντας ότι θα συζητούσαμε "όσα προλαβαίναμε", δεδομένου ότι δυο-τρεις από τους πρώτους δεν ήταν και σίγουροι ότι θα έρθουν (πράγματι, 2 από τους 5 πρώτους δεν ήρθαν).

Τελικά, μόλις είχαμε συζητήσει αρκετά διηγήματα ώστε να νιώθουμε κάπως εξουθενωμένοι, οι συγγραφείς που ήταν στο τέλος επέμεναν να συνεχίσουμε, πράγμα που κάναμε. Όμως, πιστεύω ότι αυτό ήταν λάθος, το οποίο εγώ, ως αρμόδιος επέτρεψα να συμβεί. Έτσι, πλησιάζοντας προς το τέλος, όλοι κοιτάζαμε τα ρολόγια μας, όλοι αλλάζαμε θέσεις, και, το σημαντικότερο, οι τελευταίοι στη σειρά συγγραφείς δεν άκουσαν όλα όσα έπρεπε ν' ακούσουν (καλά ή κακά).


Κάποιο άλλο αρνητικό σημείο που θέλω να ξαναθίξω είναι το εξής:

Παρόλο που κατ' επανάληψη έχουμε αφήσει να εννοηθεί ότι δεν χρειάζεται να αφιερώνουμε χρόνο από τη συζήτηση σε μεμονωμένες φραστικές αδυναμίες, αρκετοί από τους συμμετέχοντες έχουν μια συμπάθεια σε τέτοια θέματα. Αντιθέτως, υπάρχει μια σαφέστατη επιφύλαξη για ριζοσπαστικές παρατηρήσεις (όπως π.χ.: κόψε τις τρεις πρώτες σελίδες και άλλαξε πρωταγωνιστή ή τέτοια). Δεν λέω ότι δεν υπάρχουν και τέτοιου είδους σχόλια, αλλά θα ήθελα λιγότερο φόβο στο να ταρακουνήσουμε βίαια το οικοδόμημα του συναδέλφου μας. Γιατί αν έχουμε δίκιο θα πρέπει να πούμε τη γνώμη μας-καλό θα του κάνουμε- κι αν έχουμε άδικο πρέπει να επιτρέψουμε στους υπόλοιπους να το αποδείξουν.

Και στο κάτω-κάτω, ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που μαθαίνουμε είναι το πόσο διαφορετικά εκτιμούν το ίδιο πράγμα 10 διαφορετικοί άνθρωποι.


Επίσης, δυσάρεστη εντύπωση προκάλεσε σε μακρινό επισκέπτη μας το γεγονός ότι ένα τέτοιου είδους συνέδριο δεν συνοδευόταν από χαλαρωτική οινοποσία, η οποία πιθανόν να μάς έλυνε καλύτερα τη γλώσσα που ώρες-ώρες φαινόταν δεμένη κόμπο από τους καφέδες. Ο εν λόγω επισκέπτης ήταν βέβαια ο Γιώργος Παυλίδης, που ήρθε από τη Δράμα μ' ένα μπουκάλι ξινόμαυρο, που, παρόλο που ήμασταν 12 άτομα, έφτασε και περίσσεψε ώστε κάποιοι να πιούνε τρία ποτήρια! Ίσως αυτό το δευτερεύον γεγονός να υποδηλώνει σαφώς ότι οι συμμετέχοντες έχουν πάρει πολύ στα σοβαρά την υπόθεση αυτή. Συμφωνώ μαζί τους ότι έχουν απόλυτο δίκιο, αλλά με την επισήμανση ότι τα πιο σοβαρά πράγματα έχουν και τη μεγαλύτερη πλάκα.


Δυο λόγια, τώρα, για τα έργα που συζητήθηκαν:


1. Σκηνή δρόμου (Γιώργος Παυλίδης)

Ένα σύντομο διήγημα με πολύ δυνατά σημεία τις περιγραφές, το διάλογο, ακόμα και τους χαρακτήρες, άμα λάβουμε υπόψη το πόσο σύντομο ήταν, και το κυριότερο έντονη την αίσθηση του θαυμαστού (που είναι η πεμπτουσία της ε.φ.) Αφού κατ' αρχήν επαινέθηκε (δικαίως), του προτάθηκε να σπάσει τις παραγράφους του από δέκα περίπου που ήταν σε 60. Ζητήθηκαν διευκρινίσεις (πολλές απ' αυτές περιττές) για τη συμπεριφορά κάποιων από τους ήρωες, προτάθηκε από τους μισούς να αλλάξει ριζικά το τέλος κι απ' τους άλλους μισούς προς θεού να μείνει όπως ακριβώς είναι. Καλό ξεκίνημα. Ήδη έχει προγραμματιστεί να διαβαστεί στις 26 Νοέμβρη στο Αμαλία, ενώ παράλληλα ο συγγραφέας θα παρουσιάσει και το δεύτερο βιβλίο του, που έχει τίτλο "Ο Αυτοκράτορας του Δρόμου" και όπου περιέχεται η Σκηνή Δρόμου.


2. Έχει σχέση η γκαντεμιά με την επ. Φαντασία; (Μανώλης Μανωλάς)

Αυτό ήταν ένα γνωστό κείμενο που το είχε διαβάσει ο συγγραφέας σε συνάντηση της Λέσχης (προϊστορική περίοδος, Ένωση xρηστών Ιnternet). Ο αφηγητής - δοκιμιογράφος ή ό,τι άλλο είναι μας αφηγείται πώς ξεκινώντας από φανατικός αναγνώστης ώντινων φανταστικού περιεχομένου φυλλαδίων πέφτουν στα νεανικά χέρια του, φτάνει να χτυπάει σε αδιαπέραστο τοίχο γκαντεμιάς όταν προσπαθεί να πάρει ενεργό μέρος στο παιχνίδι, γκρεμίζοντας ταυτόχρονα και ό,τι έρχεται σε επαφή με τα (επικίνδυνα;) προϊόντα της φαντασίας του. Το κείμενο επαινέθηκε ως ό,τι ήταν (που κανείς δεν μπόρεσε να προσδιορίσει τί ακριβώς ήταν), αποτέλεσε ευκαιρία να θυμηθούμε στα γρήγορα κάποια παλιά παιδικά αναγνώσματα κι επισημάνθηκαν μία ή δύο ανακρίβειες. Ο συγγραφέας υπέβαλε τους παριστάμενους σε τεστ προκειμένου να μαντέψουν ποια από τα αναφερόμενα στοιχεία ανταποκρίνονταν 100% στην πραγματικότητα, όπου κανείς δεν αρίστευσε. Του προτάθηκε από μικρή μειοψηφία η ριζική και απλή αλλαγή του απροσδιόριστου αυτού, ως προς την κατηγορία που ανήκει, κειμένου σε διήγημα. Ο συγγραφέας βρήκε την πρόταση ενδιαφέρουσα και το έκανε ήδη. Το αποτέλεσμα θα δημοσιευτεί στο τελευταίο big bang (αν κυκλοφορήσει).


3. Ερείπια (Ελένη Γούλα)

Μια φανταστική ιστορία που έλαβε ή δεν έλαβε χώρα σε μια ξεχασμένη μισοερειπωμένη παραλία κοντά στην πρωτεύουσα, όπου η ηρωίδα συναντά τα παραμύθια για μεγάλους της γιαγιάς, καθώς κόβει μοναχικές βόλτες στα περιθώρια των επαγγελματικών ασχολιών του συζύγου. Πολύ δυνατά σημεία οι σκέψεις που συνοδεύουν την αφήγηση, η έντονη ατμόσφαιρα της εισβολής του φανταστικού κόσμου στα περιθώρια της καθημερινότητας και αδύνατο σημείο η αγύμναστη σύνταξη. Ιδιαιτέρως θετικά τα σχόλια που απέσπασε.


4. Το φιλί της αγαπημένης (Βάσω Χρήστου)

Άλλη μια γοητευτική μικρή ιστορία σε χώρες μάγων και θρύλων που ξετυλίγεται με κινηματογραφικό τρόπο. Κακός-καλός, αναζήτηση γνώσης, κρίση και θρίαμβος, πικρός και μεγαλοπρεπής. Νομίζω πως άρεσε σε όλους μας.


5. Ταυτότητα παρακαλώ (Πόπη Βερνάρδου)

Ξεκινά περιγράφοντας με ηρεμία τις αρετές των έρημων νεκροταφείων και συνεχίζει με δίνοντας τα μηνύματά του με αλλόκοτα υπνωτικό τρόπο, που μου θύμιζε κάπως greg egan (αν μου επιτρέπεται η ιεροσυλία). Ελάχιστες παρατηρήσεις εδώ σχετικά με τη φρασεολογία, εντοπίστηκε όμως από όλους ότι το τέλος ήταν κάπως αταίριαστο. Ίσως ακούσουμε σήμερα την τελική εκδοχή του, γι' αυτό δε θα μιλήσω περισσότερο γι' αυτό.


6. Το χρέος (Ανθίππη Φιαμού)

Μια συντομότατη δραματοποίηση ενός πολύ γνωστού εθνικού μας μύθου. Ο απέθαντος αρχιερέας της Αγια - Σοφιάς πλανιέται στα κρυφά ενδότερα του ναού, φύλακας των Τιμίων Δώρων και περιμένει για χρόνια και καιρούς. Το κείμενο, που ήταν αρκετά καλογραμμένο, αντιμετωπίστηκε με κάποια αμηχανία λόγω του θέματός του.


7. Φεύγω (Απόστολος Μανουράς)

Γιατί ήρθε ο εξωγήινος; Γιατί έφυγε - και γιατί έφυγε με τον τρόπο που έφυγε; Για μια φορά ακόμα, ο Απόστολος Μανουράς μάς έκρυψε τη μισή τράπουλα κι επέμενε να μη μας φανερώνει τα φύλλα. Είχαμε την ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε ότι όταν κρύβεις δεδομένα είναι όπως με τις καταχρηστικές εξισώσεις (έτσι δε λέγονται;): Ανάλογα με τις παραδοχές που κάνεις δίνεις και την ερμηνεία σου. Π.χ.: ένας εκ των παρευρισκομένων θεώρησε ως προϋπόθεση ότι ένας πολύ προηγμένος εξωγήινος δεν μπορεί να είναι ακόμα εκδικητικός. Εδώ είχαμε την ευκαιρία να πληρώσουμε τον εν λόγω συγγραφέα με το ίδιο νόμισμα, διότι ο ίδιος είχε κατ' επανάληψη ζητήσει από άλλους να είναι πιο σαφείς σε κάποια σημεία όπου μπορούσαν να παρερμηνευτούν.


Από δω και πέρα ο χρόνος μας πίεζε κι η συζήτηση κράταγε πολύ λίγο.


8. Η Σφραγίδα (Κώστας Γερογιάννης)

Διάφοροι γνωστοί συγγραφείς τρόμου βρίσκονται εκεί που βρίσκονται και καλοπερνάνε, με κρασάκι κι εξυπνάδες, αλλά απειλούνται από δυνάμεις πολύ ζόρικες. Χύνεται αίμα, αλλά η παρτίδα σώζεται από την από μηχανής ξανθιά. Αρκετά καλό, "για τους φίλους του είδους"


9. Η Κοιμωμένη (Ειρήνη Μαντά - Παπανδρέου)

Κι αυτό πολύ καλό "για τους φίλους του είδους" - του τρόμου, εννοώ. Το γνωστό παραμύθι. Ξεκινάει λίγο σκοτεινά, αλλά σιγά-σιγά αλλάζει, δηλαδή τα πράγματα γίνονται πολύ πιο σκοτεινά και απαίσια. Παρ' όλα αυτά, το φινάλε είναι πολύ καλό ακόμα και για τους "μη-φίλους του είδους". Πολύ καλοδουλεμένο κείμενο.


10. Είμαστε ορειβάτες, γουστάρουμε Βαλχάλα (Γιώργος Μάντης)

Ένα κλασικό Μαντικό διήγημα. Ομάδες από ορειβάτες ανεβαίνουν, υφίστανται απώλειες αλλά συνεχίζουν να ανεβαίνουν. Πού ανεβαίνουν όμως, και ποιοι είναι αυτοί που ανεβαίνουν, τελοσπάντων; Η συνέχεια επί της οθόνης.


(Το κείμενο διαβάστηκε από τον κ. Γούλα στην εκδήλωση της ΑΛΕΦ, 01/10/2000)