ΤΟ ΑΟΡΑΤΟ ΤΕΡΑΣ

 

Του john wyndham, Μετάφραση: Αντωνία Κατσαβού

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ : ΤΟ ΧΙΟΥΡΑΚΑΝ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ

-"Ακούστε", είπε ο Ντερκ
-"Κοιτάξτε", είπε ο Ντέηβιντ
-"Καμπάνες της κόλασης", είπε ο Τόμπυ και σταμάτησε το αυτοκίνητο.
-"Όλοι έξω, γρήγορα! Έρχεται!", τους προειδοποίησε ο Ντερκ. Άνοιξε την πίσω πόρτα και κουτρουβάλησε έξω μαζί μ' έναν καταρράκτη από κονσέρβες με δολώματα, καλάθια, καλάμια και καρούλια. Ξεμπερδεύτηκε αμέσως και στριμώχτηκε με τους άλλους, που είχαν πηδήξει κιόλας στο χαντάκι.

Ο ουρανός ήταν γεμάτος βουή και μουγκρητά. Απ' τα δυτικά, ένα τεράστιο σκάφος πεθαμένο κιόλας ερχόταν καταπάνω τους, σαν να τους είχε βάλει στόχο. Με τις ακτίνες του ήλιου που μόλις ανέτειλε να πέφτουν πάνω του, έμοιαζε με λιωμένο ασήμι. Οι γλώσσες της φωτιάς από τις πίσω ρουκέτες του απλώνονταν σαν την ουρά ενός μικρού κομήτη και το σκάφος βροντούσε σαν να χτυπούσε συντονισμένο όλο το πυροβολικό του κόσμου. Ένας σαματάς που ζάλιζε και μια όψη που τρομοκρατούσε.

Καθώς πλησίαζε, μεγάλωνε όλο και περισσότερο. Φαινόταν σαν να σκόπευσε να σκάψει το χώμα, εκεί ακριβώς που είχαν κουρνιάσει, αλλά δεν το 'κανε. Αντί γι' αυτό, πέρασε γύρω στα εκατό πόδια πάνω από την κορυφή του λόφου, εκεί που βρίσκονταν μαζεμένοι, τρέμοντας, με τα δάχτυλα στ' αυτιά τους. Γεμάτα βρυχηθμούς, τα κύματα του ήχου τους χτύπησαν δυνατά, σαν γροθιές. Ένας δυνατός άνεμος όρμησε καταπάνω τους σαν να 'θελε να τους ξεσκίσει τα ρούχα. Το σταματημένο αυτοκίνητο κλυδωνίστηκε απ' την ορμή του, έκανε μια στροφή, σαν μπαλαρίνα και γύρισε ανάποδα. Ένα κύμα απ' τις τελευταίες φλόγες φάνηκε με διάθεση να τους ψήσει, καθώς προσπαθούσαν ν' ανασάνουν τον αέρα που μύριζε θειάφι. Παρ' όλο τον ορυμαγδό και την τρομάρα τους, έστριψαν τα κεφάλια για να παρακολουθήσουν την πορεία του σκάφους καθώς επιτάχυνε.

Τα χείλη του Τόμπυ κινήθηκαν. Τα λόγια του ήταν ασθενικά, αλλά η έκφρασή του τα 'λεγε όλα. Γρήγορα το αεροσκάφος βούλιαξε χαμηλότερα. Φαινόταν ν' αγγίζει τις κορυφές των δέντρων της κοιλάδας. Ένα λεπτό αργότερα χτύπησε. Ένα συντριβάνι από καθαρές άσπρες φλόγες ξεπήδησε. Στροβιλίστηκε για λίγο στον αέρα κι εξαφανίστηκε. Ο ήχος ήρθε καταπάνω τους ορμητικός, μια ισχυρή έκρηξη σκέπασε τον βρυχηθμό των κινητήρων. Ύστερα σιωπή.

Οι τρεις άντρες έβγαλαν τα δάχτυλα απ' τ' αυτιά τους και κοιτάχτηκαν ζαλισμένοι. "Θεέ μου, τί πτώση!" φώναξε ο Ντέηβιντ πάνω στην κουφαμάρα του.

Ο Ντερκ σκαρφάλωσε πάνω στο δρόμο. "Τί στο διάολο ήταν αυτό τέλος πάντων;" ρώτησε, "δεν έμοιαζε με κανένα από τα αεροπλάνα της στρατόσφαιρας που ξέρω. Κοντά, γυριστά φτερά που δεν φαίνονται, σαν να μη μπορούν να σηκώσουν το βάρος της ατράκτου. Και οι γραμμές του, όλες παράξενες, αστείες κατά κάποιο τρόπο". Κοίταξε ερευνητικά τους άλλους.

Ο Ντέηβιντ κούνησε το κεφάλι του. "Μ' έπιασε ταχυπαλμία" ομολόγησε "θα ήταν πειραματικό, δοκιμαστική πτήση θα 'λεγα".

Ο Τόμπυ πήδηξε στη θέση του οδηγού κι έβαλε μπρος. "Σπρώξε πίσω αυτά τα παλιοπράματα και μπες μέσα Ντερκ" διέταξε. "Τέρμα η εκδρομή για ψάρεμα. Θα μου 'κανε κατάπληξη να υπάρχουν επιζώντες από μια τέτοια πτώση, αλλά πάμε να δούμε".

Ήταν οκτώ η ώρα πριν φτάσουν στα συντρίμμια. Τα μονοπάτια ήταν σπάνια κι ήταν αδύνατον να φέρουν το αυτοκίνητο κοντύτερα από ένα μίλι. Για το υπόλοιπο της απόστασης θα έπρεπε να περπατήσουν μέσα στα δέντρα.

Το μεγάλο σκάφος είχε αράξει σ' ένα ξέφωτο. Πίσω απ' το ακίνητο σκαρί ένα αυλάκι από τσουρουφλισμένα δέντρα που είχε σκορπίσει στο πέρασμά του καθώς έπεφτε. Η πρύμνη του είχε πάρει τέτοια κλίση που οι σωλήνες των ρουκετών έμοιαζαν να σημαδεύουν τον ουρανό.

Τα τόξα ήταν μια άμορφη ανακατεμένη μάζα, ενώ το μεσαίο τμήμα του είχε πολλαπλές ρωγμές που έχασκαν σαν στόματα ανοιχτά. Ακόμα και σ' αυτή τη κατάσταση κατακερματισμού οι γραμμές του ήταν πάλι μπερδεμένες.

Κοιτώντας το ο Ντέηβιντ κι έχοντας φρέσκια στο μυαλό του την ανάμνηση της πτώσης, έμεινε έκπληκτος που το σκάφος διατηρούσε ακόμα κάτι από την αρχική του μορφή.

Προχώρησαν κι οι τρεις μαζί μέσα απ' τα δέντρα ως το ξέφωτο κι ο Ντερκ ρώτησε ξανά : "Μα τί είναι; Ορκίζομαι ότι δεν υπάρχει τίποτα σαν κι αυτό σε καμία από τις τακτικές υπηρεσίες της στρατόσφαιρας".

Η μορφή του τους μπέρδευε ακόμα κι όταν πλησίασαν. Ο Ντέηβιντ πήγε προς τα τόξα ψάχνοντας για το όνομά του. Σταμάτησαν παρατηρώντας το συντρίμμι. Οι μασίφ ατσαλένιες πλάκες είχαν θρυμματιστεί σαν χάρτινες και τα έξι φινιστρίνια έμοιαζαν με ζουλιγμένα κονσερβοκούτια που τα χείλη τους έχασκαν μισάνοιχτα. Μυτερές άκρες του στρεβλωμένου σκελετού προεξείχαν εδώ κι εκεί σαν σπασμένα κόκαλα. Ο αριθμός ταυτότητας ήταν θαμμένος κάπου κάτω απ' τον σωρό των μπλεγμένων σιδερικών. Ο Ντέηβιντ ήταν έτοιμος να στραφεί πάλι προς την πρύμνη όταν ο Τόμπυ έδωσε μια εξήγηση. Στα πόδια του βρισκόταν πεσμένο ένα κομμάτι της ατσάλινης πλάκας που πάνω της φαινόταν ακόμη αμυδρά το περίγραμμα τριών γραμμάτων. "Κ-Α-Ν", διάβασε φωναχτά. "Ποιά χώρα είν' αυτή;"

Ο Ντέηβιντ συνοφρυώθηκε για μια στιγμή και κοίταξε μπερδεμένος. Μετά μια έκφραση δυσπιστίας εμφανίστηκε στο πρόσωπό του. Κοίταξε πάλι τα συντρίμμια με ορθάνοιχτα μάτια. "Θεέ μου, το Χιουράκαν" είπε. Το βλέμμα των άλλων πάγωσε.
"Νομίζω πως έχεις δίκιο" είπε τελικά ο Ντερκ. "Ναι, είναι το Χιουράκαν"..

Οι τρεις τους ήταν με το βλέμμα απλανές και τον τρόμο να έρχεται λίγος-λίγος στο μυαλό τους. Δεν ήταν αεροπλάνο στρατόσφαιρας, αλλά διαστημόπλοιο, το τέταρτο γήινο διαστημόπλοιο. Το πρώτο πήγε στη Σελήνη κι επέστρεψε. Τα δύο στάλθηκαν στον Άρη κι από τότε δεν ξανάκουσε κανείς γι αυτά. Το τέταρτο, το Χιουράκαν, έφυγε πριν ένα χρόνο περίπου για την Αφροδίτη. Και τώρα ήταν πάλι πίσω, ό,τι απέμεινε απ' αυτό.

"Τί τέλος για τους κακόμοιρους!" είπε τελικά ο Ντέηβιντ. "Μόλις την τελευταία στιγμή. Αναρωτιέμαι αλήθεια γιατί να συντριβούν; Είναι αδύνατον να ζουν, πρέπει να κοιτάξουμε καλύτερα" πρόσθεσε και προχώρησε προς το σκάφος μέσα από μια σχισμή που έχασκε.
Οι άλλοι δύο τον ακολούθησαν μετά από στιγμιαίο δισταγμό.

Βρέθηκαν σ' έναν καλοκατασκευασμένο θάλαμο ύπνου που ήταν άδειος την ώρα της συντριβής. Ο Ντέηβιντ ένιωσε ευγνωμοσύνη γι αυτό. Δεν επιθυμούσε καθόλου δυσάρεστα θεάματα. Ο Τόμπυ κατευθύνθηκε με μια δρασκελιά προς την πόρτα του απέναντι τοίχου και τράβηξε δυνατά τη λαβή. Ήταν φρακαρισμένη, όπως το περίμενε. Ήταν απαραίτητο να καταφέρει να κινήσει τον μοχλό για να την ελευθερώσει. Όταν μετά από συντονισμένη προσπάθεια κατάφεραν να την ανοίξουν, οι τρεις άντρες προχώρησαν στον κεντρικό διάδρομο.

Ο Τόμπυ είχε την πρόνοια να έρθει εξοπλισμένος με ηλεκτρικό φακό κι έριχνε τώρα την φωτεινή του δέσμη γύρω-γύρω. Προς τ' αριστερά και ίσια μπροστά ένας όγκος από μπλεγμένα μέταλλα έφραζε το πέρασμα, προς τα δεξιά όμως το πάτωμα απλωνόταν γυμνό και άδειο με μερικά τσακίσματα εκεί που είχαν κομματιαστεί τα ευθύγραμμα τμήματα του σκάφους Είχαν κάνει μερικά βήματα μόνον όταν κάπου στην πρύμνη ακούστηκε ένας θόρυβος από κάτι που σπάει που τους έκανε να σταματήσουν. Ο Ντέηβιντ πήδηξε από ένστικτο ξαφνιασμένος απ' το αναπάντεχο. "Τί ήταν αυτό;" ρώτησε ανήσυχα.
"Μάλλον συστολή λόγω ψύξης" υπέθεσε ο Ντερκ. "Τη στιγμή της πτώσης θα έπρεπε να ήταν σε υψηλή θερμοκρασία. Μερικά συντρίμμια θα συστέλλονται ακόμα"..

Παρόλα αυτά υπήρχε ένα αποθαρρυντικό μυστήριο σ' αυτούς τους ήχους που ακούγονταν μέσα σ' ένα νεκρό σκάφος και κανένας τους δεν ήταν ευχάριστος Ίσως και να 'καναν λάθος, σκέφτηκε ο Ντέηβιντ, και κάποιος να είχε καταφέρει να επιζήσει από την σύγκρουση. Ύψωσε τη φωνή του σ' έναν χαιρετισμό. Η ηχώ πέρασε καταθλιπτική τους μεταλλικούς τοίχους, αλλά δεν υπήρξε απάντηση.

Ο Τόμπυ προχώρησε πρώτος. Στα τριάντα βήματα μέσα στον διάδρομο μια πόρτα στ' αριστερά στεκόταν ελαφρά μισάνοιχτη. Την έσπρωξε και βρέθηκαν σ' ένα μικρό καθιστικό φωτισμένο αμυδρά από ένα άδειο φινιστρίνι. Η επίπλωση ήταν απλή. Ένα γραφείο, ένα τραπέζι, τρεις ή τέσσερις καρέκλες κι ένα ράφι με προστατευτική μπάρα για να κρατά τα βιβλία στη θέση τους Η ανακάλυψη όμως που ενδιέφερε περισσότερο τον Ντέηβιντ ήταν οι χάρτες που κάλυπταν τους τοίχους και σταμάτησε μπροστά τους μαζί με τον Ντερκ για να τους εξετάσουν για λίγο. Ο Τόμπυ δεν έδειξε το ίδιο ενδιαφέρον, πέταξε δυο κουβέντες στους άλλους δύο και τους άφησε για να συνεχίσει την δική του εξερεύνηση στο σκάφος.

Ο Ντέηβιντ απορροφημένος σ' έναν χάρτη, που πάνω του υπήρχε μια παχιά κόκκινη γραμμή, ήταν έτοιμος να τον δείξει στον Ντέρκ, όταν ένας ξαφνικός ήχος του έκοψε την πρόταση στη μέση. Ο ίδιος θόρυβος από κάτι που σπάει σε συντρίμμια που τους είχε ξαφνιάσει και φοβίσει λίγο πριν, ακούστηκε και πάλι. Αυτή τη φορά ήταν πολύ πιο δυνατός κι έμοιαζε να 'ρχεται από πιο κοντά. Αμέσως μετά ακούστηκε η φωνή του Τόμπυ να τους καλεί. Κοιτάχτηκαν.

Η κραυγή επαναλήφθηκε με μια νότα συναγερμού και σαν να 'ταν συνεννοημένοι, όρμησαν ταυτόχρονα προς την πόρτα. Λίγες γυάρδες πιο πέρα το σπασμένο πίσω μέρος του σκάφους είχε δώσει στο δάπεδο μια κλίση προς τα πάνω και καθώς σκαρφάλωναν στο γλιστερό μέταλλο του φώναξαν για να του δώσουν κουράγιο.
Η δεύτερη κραυγή δύσκολα μπορούσε να συγκριθεί με την φωνή του Τόμπυ. Έδινε την αίσθηση ενός αυξανόμενου πανικού. Ο κρότος πυροβολισμού που ακούστηκε από κάπου μπροστά, τους έκανε να επιταχύνουν Τί να υπήρχε εκεί που να άξιζε να το πυροβολήσει κανείς; Αναρωτήθηκε ο Ντέηβιντ.
"Πού είσαι;" φώναξε. Η φωνή του Τόμπυ απάντησε απ' τα δεξιά και συγχρόνως ήρθε άλλος ένας ήχος σαν από μέταλλο που το συντρίβουν. Ο Ντέηβιντ έσπρωξε μια πόρτα και οι δύο τους στάθηκαν με το βλέμμα καρφωμένο στο εσωτερικό.

Μπροστά τους ήταν μια τετράγωνη αποθήκη. Οι τοίχοι ήταν σκεπασμένοι με βαθιά ράφια και σειρές από ντουλάπια. Ελεύθερος ήταν μόνον ένας χώρος στο μέσον του τοίχου στα δεξιά, εκεί που τα πεσμένα ράφια είχαν παρασύρει στην πτώση τους και τον μεσότοιχο κι είχαν αποκαλύψει ένα σκοτεινό άνοιγμα. Το φως που έμπαινε από δύο μικρά φινιστρίνια ήταν αβέβαιο, αλλά στον Ντέηβιντ φάνηκε ότι οι άκρες της σκοτεινής τρύπας κινήθηκαν και καθώς τις κοίταξε, νόμισε ότι έγειραν κιόλας Στη γωνία, λίγο πιο πέρα προς τ' αριστερά, ήταν ζαρωμένος ο Τόμπυ, με τα μάτια καρφωμένα στη μαύρη τρύπα.
"Τί ...;" άρχισε ο Ντέηβιντ, κάνοντας ένα βήμα μέσα στο δωμάτιο.
"Στοπ!" Ο Τόμπυ έστριψε το όπλο του καταπάνω του. "Ούτε βήμα πιο κοντά - υπάρχει κάτι τρομερό, ελεύθερο εκεί μέσα". Οι άλλοι δύο πρόσεξαν ότι ο ερχομός τους είχε διώξει την νότα πανικού από την φωνή του Τόμπυ. Παρ' όλα αυτά όμως ήταν ακόμα σε μεγάλη ένταση.
"Μα ...."
"Για τ' όνομα του Θεού, κάντε αυτό που σας λέω! Σταθείτε τώρα πιο πίσω και κρατήστε την πόρτα ανοιχτή κι ελεύθερο τον δρόμο προς την έξοδο. Θα πρέπει να πηδήξω".
Ο Ντέηβιντ υπάκουσε γεμάτος ερωτηματικά. Δεν φαινόταν λογική απάντηση στο γιατί ο Τόμπυ να ήθελε να πηδήξει. Μπερδεμένος παρατηρούσε τον άλλο που κλωτσούσε κάτι με τα παπούτσια του κι έριχνε κάτω με το τζάκετ του. Πέταξε απέναντι το πιστόλι του και μαζεύτηκε με υπερένταση. Και οι δύο του φίλοι ήξεραν ότι ήταν γεμάτος μυς, παρ' όλ' αυτά η δύναμη του όρθιου άλματός του τους κατέπληξε. Ο Τόμπυ εκτοξεύτηκε μ' ένα θαυμάσιο πήδημα που μόνον ακροβάτης θα μπορούσε να πετύχει. Ήταν υπέροχο, αλλά όχι αρκετό.

Ενώ βρισκόταν στον αέρα, ξαφνικά αναχαιτίστηκε. Μια ξαφνιασμένη κραυγή τους ξέφυγε. Ο Τόμπυ είχε χτυπήσει πάνω σε κάτι. Σ' ένα αόρατο κάτι που στεκόταν ανάμεσά τους. Για μια στιγμή φάνηκε σαν να κρέμεται στο κενό, παλεύοντας απεγνωσμένα να σκαρφαλώσει με τα πόδια και τα χέρια. Μετά άρχισε να γλιστρά, αργά στην αρχή πιο γρήγορα στη συνέχεια, σαν να γλιστρούσε σε μια τρύπα στην επιφάνεια του δαπέδου.

Ο Ντέηβιντ κι ο Ντερκ κοιτούσαν ναρκωμένοι καθώς ο άλλος πάλευε κι αγωνιζόταν με τα χέρια απλωμένα ενάντια σε κάτι αόρατο. Ο Ντέηβιντ συνήρθε πρώτος, έκανε ένα βήμα μπροστά, αλλά ο Τόμπυ πρόσεξε την κίνηση.
"Όχι, όχι! Φύγετε" φώναξε. "Αφήστε με μένα. Εγώ ...." .
Η φωνή του έσπασε σε μια κραυγή αγωνίας και το κορμί του έπεσε ακίνητο. Στη μέση του μηρού εμφανίστηκε μια βαθιά γραμμή. Μετά, άγρια, σαν να κόπηκε με τσεκούρι, το πόδι έφυγε μακριά μ' ένα τίναγμα. Δεν έπεσε όμως κάτω. Αντί γι' αυτό άρχισε να περιφέρεται αργά μέσα στο δωμάτιο. Με απίστευτο τρόμο έβλεπαν ότι τίποτα δεν στήριζε το πόδι. Ταξίδευε κάπου εννέα ίντσες πάνω απ' το πάτωμα, έρποντας με μια συνεχή σταθερή κίνηση, κατευθυνόμενο προς το άνοιγμα του τοίχου. Το πόδι πρώτα, ίντσα την ίντσα, εξαφανιζόταν από το δωμάτιο μέσα στο σκοτάδι.

Οι αισθήσεις του Ντέηβιντ ζωντάνεψαν. Ένιωσε στο μπράτσο του το σφίξιμο του Ντερκ και προσπάθησε να μιλήσει, αλλά το στόμα του ήταν κατάξερο. Πίεσε τον εαυτό του να δει τον πεσμένο Τόμπυ και πιάστηκε η ανάσα του. Ένα χέρι είχε αποκοπεί, σαν το πόδι. Υπήρχε το ίδιο οδοντωτό κόψιμο, η αιτία που το προκάλεσε όμως ήταν πάλι αόρατη. Καθώς το χέρι τιναζόταν ελεύθερο, είδε ότι ο απογυμνωμένος ώμος ήταν σημαδεμένος με βαθιές χαρακιές.

Τινάχτηκε προς τα πίσω παρασύροντας μαζί του τον Ντερκ.

Ήξεραν κι οι δύο ότι δεν μπορούσαν πια να βοηθήσουν τον Τόμπυ και μ' ανείπωτο πανικό τσούλησαν στον γλιστερό διάδρομο για να βρουν ασφάλεια στ' ανοιχτά.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ : ΒΟΡΑ ΤΟΥ ΑΟΡΑΤΟΥ

Μια διαδρομή πέντε μιλίων με τ' αυτοκίνητο τους έφερε στη κωμόπολη Κλιδόη. Στο αστυνομικό τμήμα ξεφούρνισαν μια συγκεχυμένη κατάθεση σ' έναν φλεγματικό και καθόλου συμπαθητικό ενωμοτάρχη, που τους έριχνε λοξές ματιές μ' ένα ύφος όλο επίκριση και υποψία.
Η εμπειρία του τον είχε διδάξει ότι μια εισαγωγή όλο αναστάτωση σε συνδυασμό με ένα πλήθος από ασυναρτησίες συνοδευόταν συνήθως κι από υπερβολική χρήση αλκοόλ. Έτσι, όχι και πολύ έξυπνα, αποφάσισε να κρύψει τον ευχάριστο εαυτό του πίσω από ένα αυστηρό και αθώο βλέμμα.

"Πείτε μου κατ' αρχήν ποιοί είστε και τί επαγγέλλεσθε;" ρώτησε. Ο Ντέηβιντ έδωσε τα ονόματά τους κι εξήγησε. Ο ενωμοτάρχης πλησίασε για να τους εξετάσει προσεκτικά από πιο κοντά. Ήταν βέβαια αναστατωμένοι, όφειλε ωστόσο να παραδεχτεί ότι δεν έδειχναν το παραμικρό σημάδι μέθης. Εκτός αυτού ήταν μόλις ένδεκα η ώρα.
"Λοιπόν" είπε, γυρνώντας στο γραφείο του και παίρνοντας ένα στυλό, "ας υποθέσουμε ότι μου τα λέτε όλα απ' την αρχή, αλλά πιο αργά αυτή τη φορά"..
Προφανώς η θεωρία περί αλκοολισμού είχε πάει περίπατο, αλλά ο τόνος του δεν ήταν και τόσο ενθαρρυντικός. Ο Ντέηβιντ συγκεντρώθηκε κι έχοντας και τον Ντερκ να συμπληρώνει κατά περίπτωση σαν υποβολέας, διηγήθηκε άλλη μια φορά την ιστορία με όλες τις λεπτομέρειες στη χρονολογική τους σειρά. Ο ενωμοτάρχης άκουγε απορροφημένος διατηρώντας περισσότερο μια αμυντική επιφύλαξη παρά καθαρή δυσπιστία. Στο τέλος του ρεσιτάλ είπε :

"Πριν από λίγες ώρες είχα μιαν αναφορά για ένα σκάφος που πέρασε με μεγάλη ταχύτητα. Πώς είπατε ότι ονομάζεται;"
"Χιουράκαν" πρόφερε το όνομα ο Ντέηβιντ. "Ξέρετε εκείνο που στείλανε στην Αφροδίτη".
Ο ενωμοτάρχης γρύλισε "Πέστε μου τώρα τί ήταν αυτός, αυτό που σας επιτέθηκε τέλος πάντων;"
"Μα αυτό ακριβώς σας έλεγα κι εγώ. Δεν έμοιαζε με τίποτα. Δεν μπορούσαμε να το δούμε".
"Τόσο σκοτεινά ήταν μέσα στο σκάφος;"
"Όχι, ήταν αόρατο, σας λέω".
"Αόρατο, ε, και σκότωσε κιόλας έναν άντρα;" . Η φωνή του φάνηκε αδιάφορη. "Τί προσπαθείτε να κάνετε, τί είναι αυτό, καμιά φάρσα;" ρώτησε με ξαφνική αλλαγή στον τόνο της φωνής του.

Τους κοίταξε ζωηρά, ενώ οι δύο τους διαμαρτύρονταν έντονα. Δεν αμφέβαλε καθόλου ότι οι άνθρωποι είχαν πάθει σοκ, αλλά αυτή η φανταστική ιστορία έμοιαζε περισσότερο με κείνα τα παραμύθια τα γεμάτα φαντάσματα και στοιχειά. Έπιασε τ' αυτί του, μια κίνηση που έκανε όταν σκεφτόταν, και κατσούφιασε. Το θέμα έπρεπε να διαλευκανθεί, αποφάσισε.
"Ράνκιν" φώναξε έναν αστυφύλακα "άκουσες την ιστορία αυτών των δύο. Πήγαινε λοιπόν ΤΩΡΑ να την τσεκάρεις".
"Μάλιστα, Κύριε". Ο αστυφύλακας χαιρέτησε κι έστριψε να φύγει.

"Θα σου δείξω το δρόμο" πρότεινε ο Ντέηβιντ.
"Όχι, δεν μπορώ να το επιτρέψω αυτό" είπε τελεσίδικα ο ενωμοτάρχης. Κάτι το αλλόκοτο υπήρχε πίσω απ' αυτή την υπόθεση. Ό,τι και να 'ταν, ένας άντρας ήταν ήδη νεκρός, δεν θα το ρισκάριζε λοιπόν με τίποτα. "Πρέπει να σας ζητήσω να μείνετε εδώ μέχρι να έχω την αναφορά του αστυφύλακα Ράνκιν".
"Μα δεν καταλαβαίνετε λοιπόν; Αυτό το πράγμα είναι επικίνδυνο, φοβερά επικίνδυνο. Θα μπορούσαμε να δείξουμε ..."
"Όχι, αν η περίπτωση είναι σοβαρή, θα σας ρωτήσω, αν πρόκειται γι' αστείο, να είστε σίγουροι πως θα το πληρώσετε".

Κοιτάχτηκαν νιώθοντας αβοήθητοι. Ο Ντερκ σήκωσε τους ώμους.
"Εντάξει, ό,τι πείτε" ο Ντέηβιντ βολεύτηκε στο σκληρό πάγκο και το βλέμμα του καρφώθηκε αφηρημένα στο καδραρισμένο φύλλο με τους αστυνομικούς κανονισμούς. "Μη με κατηγορήσετε όμως για οτιδήποτε συμβεί" πρόσθεσε "εγώ πάντως σας προειδοποίησα".

Ο αστυφύλακας Ράνκιν βγήκε βαριεστημένος απ' το τμήμα και τον άκουσαν να βάζει μπρος μια μοτοσικλέτα. Ο ενωμοτάρχης άρχισε να γράφει επιμελώς σημειώσεις μ' ένα μολύβι που γρατζούναγε ανατριχιαστικά.
Τρεις ώρες αργότερα, στις δύο η ώρα περίπου, ο ενωμοτάρχης άρχισε να δείχνει σημάδια ανησυχίας. Είχε περάσει αρκετός χρόνος για μια διαδρομή δέκα μιλίων και μια εξέταση στα γρήγορα.
Άρχισε να νιώθει αμφιβολία που του τριβέλιζε το νου με ανησυχία και φόβο.

Βομβάρδισε τους δύο άντρες με μια δεύτερη φουρνιά ερωτήσεων, οι απαντήσεις τους όμως ελάχιστα κατάφεραν να ανακουφίσουν το μυαλό του. Ούτε ο Ντέηβιντ ούτε ο Ντερκ αμφέβαλαν για την αιτία της παρατεινόμενης απουσίας του αστυνόμου Ράνκιν και το είπαν στον ενωμοτάρχη. Η σκέψη του άντρα που βάδιζε τόσο ήρεμα προς το θάνατο τους ανακάτεψε τα στομάχια.
"Ωραία, δώστε του μισή ώρα ακόμα. Αν δεν γυρίσει μέχρι τότε, πάτε να ρίξετε μια ματιά" είπε ανήσυχος ο ενωμοτάρχης.

Ήταν περασμένες τρεις πια όταν έφτασαν στο σημείο όπου έπρεπε να εγκαταλείψουν το αυτοκίνητο ενισχυμένοι από δύο αστυφύλακες. Ο Ντέηβιντ προηγήθηκε στο σιωπηλό μέρος ανάμεσα στα δέντρα. Οι δύο εφεδρικοί αστυνομικοί προχωρούσαν με μεγάλες δρασκελιές και μπερδεμένη φλεγματικότητα, ενώ ο ενωμοτάρχης έριχνε ανήσυχες ματιές που έδειχναν ότι η δυσπιστία του είχε κάνει φτερά. Καθώς αντίκρισαν το σκάφος έβγαλε μια σφυριχτή ανάσα.
"Θεέ και Κύριε, τί σκάφος και τί πτώση!" μουρμούρισε. Η συμπεριφορά του φάνηκε εντελώς αλλαγμένη στους άλλους καθώς ρώτησε : "Για πείτε μας τώρα από ποιό άνοιγμα μπήκατε;"
Ο Ντέηβιντ έδειξε την τρύπα κοντά στα τόξα. "Από 'κει" είπε "και αρχίσαμε την πορεία μας πηγαίνοντας προς τα πίσω κατά την πρύμνη. Η αποθήκη πρέπει να είναι στο μέσον του σκάφους περίπου". Ένιωσε μιαν ανακατωσούρα στην ανάμνηση εκείνου του δωματίου.
Ο ενωμοτάρχης ένευσε. "Μπες μπροστά να μας οδηγήσεις και δείξε μας ακριβώς τί συνέβη " πρότεινε.
Ο Ντέηβιντ κι ο Ντερκ κούνησαν τα κεφάλια τους με έμφαση. "Να 'μαι καταραμένος αν το κάνω" είπε ο πρώτος. "Σας είπα πόσο επικίνδυνο είναι και τώρα μου λέτε να πάω μπροστά. Δεν το βρίσκω και τόσο καλόγουστο".

Ο ενωμοτάρχης έβγαλε ένα περιφρονητικό ρουθούνισμα κι έκανε νόημα στους άντρες του. Βρισκόταν στο μέσον της απόστασης για το ξέφωτο όταν έφτασε στ' αυτιά τους ο ήχος μέταλλου που σπάει υποχωρώντας. Οι δύο φίλοι κοιτάχτηκαν και δίστασαν.
"Τι ήταν αυτό;" ρώτησε γλυκά ο ενωμοτάρχης. "Κάποιος λεηλατεί το σκάφος, έφτασα στο αμήν, θα τον πιάσουμε στα πράσα". Σταμάτησε λίγες γυάρδες πριν το ρήγμα κι άρχισε να δίνει οδηγίες με χαμηλή φωνή. Την επόμενη στιγμή, ένας δεύτερος θόρυβος σαν από μεταλλική πλάκα που συστρέφεται, τον διέκοψε.
Τότε στράφηκαν όλοι και κοίταξαν έντονα προς τη μεριά της πρύμνης. Χωρίς να πιστεύουν στα ίδια τους τα μάτια είδαν ότι η πλευρά του σκάφους είχε διπλασιαστεί. Η μια πλάκα από ατόφιο ατσάλι είχε λυγίσει αργά προς τα έξω. Άφωνοι από έκπληξη παρακολουθούσαν αυτό το σκληρό μέταλλο να φουσκώνει ακόμα περισσότερο. Η ανάσα του ενωμοτάρχη ακούστηκε δυνατή κι ασθμαίνουσα γιατί γνώριζε πολύ καλά την φοβερή δύναμη του μέταλλου.

Τα μπουλόνια κουνήθηκαν κροταλίζοντας μ' έναν ήχο όπως του πολυβόλου σε δράση και η πλάκα έπεσε προς τα έξω με βρόντο.
Οι πέντε άντρες συνέχισαν να κοιτούν νευρικά, αλλά δεν ξεπρόβαλε τίποτα. Ό,τι κι αν είχε προκαλέσει την αφάνταστη δύναμη πίσω από την πλάκα, παρέμενε αόρατο. Ο ενωμοτάρχης έκανε προσπάθεια για να συγκεντρωθεί.
"Λοιπόν θα ξεκινήσουμε από δω", είπε. "Κρατηθείτε κοντά στο σκάφος, σαν να κάνουμε κάτι εδώ, και θα τον αιφνιδιάσουμε".

Ο Ντέηβιντ κι ο Ντερκ έμειναν πίσω κι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να τον μεταπείσουν, εκείνος όμως δεν έλεγε να το βάλει κάτω. Οι τρόποι του έδειχναν κάποια ευγένεια που κάλυπτε την όχι και μικρή δυσπιστία του. Η ομάδα ακροβολίστηκε κατά μήκος της πλευράς του σκάφους . Οι φόβοι τους βγήκαν αληθινοί οκτώ πόδια από το πρόσφατο ρήγμα. Ο αστυνόμος που ήταν επικεφαλής έβγαλε ένα ξαφνικό μουγκρητό και πήδηξε πίσω.
"Τί ...;" άρχισε ο ενωμοτάρχης, αλλά τα λόγια του στέγνωσαν και τα μάτια του γούρλωσαν από την έκπληξη. Ο πόνος αντικαταστάθηκε στη στιγμή από αιφνιδιασμό ακόμα και στον πληγωμένο άντρα. Στεκόταν με το αίμα να πετάγεται σαν σιντριβάνι από τον κομμένο του καρπό, κοιτώντας ανόητα το χέρι του που έπλεε αργά στον αέρα μακριά του.
Ο Ντέηβιντ έβγαλε ένα μαντήλι από την τσέπη του και πήδηξε μπροστά. Ο ενωμοτάρχης συνήλθε γρήγορα από το σοκ, δίστασε και φάνηκε να προηγείται.
"Μην κάνεις βλακείες" είπε ο Ντερκ αρπάζοντάς τον από το μπράτσο. "Θα πιάσει και σένα".
Ο ενωμοτάρχης έκανε ένα βήμα πίσω, αλλά η ματιά του έμεινε καρφωμένη στο χέρι που εκινείτο. Χωρίς φωναχτά σχόλια το παρακολουθούσε να γλιστρά μέσα στο σκοτεινό άνοιγμα.

"Σας χρωστάω μια συγνώμη, κύριοι," είπε "δεν κατάλαβα τι είδατε. Κι όσο σκέφτομαι πού έστειλα τον άμοιρο τον Ράνκιν!"
Κατέρρευσε στο άκουσμα του ήχου μέταλλου που σπάει. Οι πλάκες και στις δυο πλευρές του αρχικού ρήγματος έστριβαν τώρα και λύγιζαν απειλητικά. Η ομάδα οπισθοχώρησε στα γρήγορα κουβαλώντας τον πληγωμένο άντρα που βρισκόταν τώρα σε κατάσταση νεκρικής λιποθυμίας. Μέσα στην ησυχία παρακολουθούσαν το παχύ ατσάλι να ανοίγει αργά και σταθερά, να φεύγει απ' τα μπουλόνια του μέχρις ότου στο πλάι του Χιουράκαν, σαν μπουμπούκι που ανοίγει εντελώς τα πέταλά του, σχηματίστηκε μια τρύπα, τέσσερις φορές μεγαλύτερη από την αρχική.

Σε απόσταση ασφαλείας ο Ντέηβιντ έκανε έναν κύκλο για να ρίξει μια ματιά στο εσωτερικό. Ήξερε ότι έψαχνε να εντοπίσει στο περίπου εκείνο το σημείο που είχε βρει το τέλος του ο Τόμπυ. Οι τοίχοι της αποθήκης όμως είχαν συρρικνωθεί τόσο πολύ! Δεν ήταν πια παρά σχισμένα και στρεβλωμένα μέταλλα. Δεν υπήρχε ούτε ίχνος από τα φαρδιά ράφια και τα μεγάλα ντουλάπια που σκέπαζαν τους τοίχους. Αναρωτήθηκε αόριστα τι να 'χαν απογίνει. Μάλλον θα ήταν διαλυμένα και καταπλακωμένα από τα μέταλλα. Ο ενωμοτάρχης τον πλησίασε παραμερίζοντας κάθε αξιοπρέπεια. Ήταν φανερό ότι τώρα πια ένιωθε εντελώς έξω απ' τα νερά του.
"Θα πρέπει να ζητήσω βοήθεια. Θα μου κάνετε τη χάρη να μεταφέρετε ένα μήνυμα στο αστυνομικό τμήμα; Είναι κι ο Ντώκινς εκεί" έδειξε με το βλέμμα τον πληγωμένο αστυνομικό. "Χρειάζεται γιατρό το ταχύτερο δυνατόν. Θα μπορούσατε να τον πάτε ως το αυτοκίνητο μαζί με τον φίλο σας, εμείς θα προσέχουμε εδώ ..."
Ο Ντέηβιντ συμφώνησε. Περίμενε τον ενωμοτάρχη να γράψει βιαστικά ένα σημείωμα και μετά κουβαλώντας με τον Ντερκ τον αναίσθητο άντρα, κατευθύνθηκαν προς τ' αυτοκίνητο.

Γύρω στις πέντε η ώρα, αφού είχαν αφήσει τον άτυχο Ντώκινς στο νοσοκομείο κι είχαν πάρει δυνάμεις μ' ένα καλό γεύμα, επέστρεψαν στο Χιουράκαν για να διαπιστώσουν ότι η αστυνομική δύναμη είχε μεγαλώσει σημαντικά.
Ο ενωμοτάρχης τους χαιρέτησε προσπαθώντας να κρύψει την μελαγχολία του. Τους εξήγησε ότι το ρήγμα είχε μεγαλώσει ακόμη περισσότερο κι ότι κι άλλες πλάκες είχαν υποστεί στρέβλωση και σε άλλα σημεία.
"Δεν ξέρω τί να κάνω, που να με πάρει ο διάολος", παραδέχτηκε . "Δόξα το Θεό, όπου να 'ναι θα 'ρθει κι ο επιθεωρητής αν και αμφιβάλω ότι θα ξέρει να κάνει κάτι παραπάνω από το να κάθεται και να κοιτάει".

>Σήκωσε ένα χοντρό κλαδί, ένα κομμάτι γύρω στις τρεις ίντσες και κρατώντας το προσεκτικά μπροστά, προχώρησε με κάθε προφύλαξη προς το ρήγμα που έχασκε. Ένα τμήμα του κλαδιού, μήκους έξι ιντσών αποκόπηκε με μια τραγανιστή δαγκωνιά. Οπισθοχώρησε βιαστικά και χώθηκε στο βαθύ χαντάκι μέσα στα δέντρα.
"Δόντια" είπε "δεν χωράει αμφιβολία".
Ο Ντέηβιντ συμφώνησε μ' ένα νεύμα. Στο νου του ήρθε η δυσάρεστη ανάμνηση του ώμου του Τόμπυ. Ξανάριξε μια γρήγορη ματιά στο σκάφος και κατέγραψε στο μυαλό του τον αριθμό των καινούργιων ρηγμάτων στα πλευρά του.
"Και να 'ταν μόνον αυτό;" ο ενωμοτάρχης έδειξε έναν μικρό θάμνο τέσσερις-πέντε γυάρδες μακριά απ' το σκάφος "Κοίτα κι αυτό" είπε.
Ο θάμνος θρυψαλιαζόταν και λύγιζε προς το μέρος τους υποχωρώντας κάτω από αόρατη πίεση. Ενώ παρακολουθούσαν μετατράπηκε σε μάζα. Μετά υψώθηκε αργά πάνω απ' το έδαφος και ακολουθώντας μια αργή πορεία άρχισε να κατευθύνεται προς το σκάφος μαζί με το σπασμένο κλαδί.
"Είναι μεγάλο και προωθημένο" είπε ο αστυνόμος. Σήκωσε από κάτω μια πέτρα και την πέταξε ψηλά στον αέρα. Η καμπύλη πτώση της διακόπηκε μυστηριωδώς. Φάνηκε να κρέμεται για μια στιγμή στο κενό και μετά κύλησε προς τα κάτω, μια γυάρδα περίπου, στο πλευρό του σκάφους. Έμεινε εκεί, να αιωρείται μόνη της κάνοντας μόνο μια ελαφρά παλμική κίνηση πάνω-κάτω. Όλοι οι άντρες που παρακολουθούσαν ένιωσαν το άγγιγμα εκείνου του τρόμου που συνοδεύει το ακατανόητο.

Μια εντυπωσιακή κραυγή από την άλλη πλευρά του σκάφους τους ενεργοποίησε ξανά. Κύκλωσαν την πρύμνη κι ενώθηκαν με μια ομάδα αντρών και γυναικών που περπατούσε με το βήμα του έκπληκτου.
"Τί γίνεται εδώ;" ρώτησε ο ενωμοτάρχης. Ένας από τους άντρες έδειξε πίσω του και φώναξε κάτι ακατάληπτο καθώς έτρεχε. "Καταραμένοι τουρίστες" έκανε λαχανιασμένος ο ενωμοτάρχης . "Φοβούνται κι αυτοί σαν όλους μας, τί τρέχουν έτσι σαν παλαβοί;"
Σταμάτησαν στο σημείο απ' όπου είχαν θέα ολόκληρης της άλλης πλευράς του σκάφους. Κατάλαβαν καλά την αιτία του πανικού που έκανε τους άλλους να το βάλουν στα πόδια. Ένας τουρίστας δεν θα 'χε πια την ευκαιρία να χώσει τη μύτη του πουθενά. Τα κομμάτια του διαμελισμένου κορμιού του περιφέρονταν άσκοπα μπροστά στο σκάφος.

Ό Ντέηβιντ κοίταξε τον Ντερκ και στράφηκε προς τον άλλο. Ένιωθε στ' αλήθεια άρρωστος μετά τα τόσα που είχε δει σε μια μέρα και σκέφτηκε ότι ίσως να τους επέτρεπαν να φύγουν.
Ο ενωμοτάρχης του έκανε νόημα. "Ναι, δεν προσφέρετε και τίποτα με το να κάθεστε εδώ τώρα, αλλά δεν θα 'θελα να εξαφανιστείτε αύριο. Μάλλον ο επιθεωρητής θα 'θελε να πει δυο λόγια και στους δυο σας". Έβγαλε απ' την τσέπη του ένα τεράστιο μαντήλι και σκούπισε το πρόσωπό του. "Αυτό βέβαια με την προϋπόθεση ότι θα εμφανιστεί κάποια στιγμή ο επιθεωρητής".


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ : Η ΑΥΞΑΝΟΜΕΝΗ ΑΠΕΙΛΗ

Ευτυχώς πέτυχαν ένα υποφερτό ξενοδοχείο στην Κλιδόη κι επέστρεψαν το επόμενο πρωί για να βρουν τον επιθεωρητή που είχε εμφανιστεί επιτέλους κι είχε αναλάβει τη διοίκηση. Εκτός από τις σκοπιές για την προστασία των περίεργων, τίποτ' άλλο δεν είχε γίνει στη διάρκεια της νύχτας. Με το φως της μέρας όμως ξεκίνησε η φάση "δραστηριότητα". Σηκώθηκε ένα τείχος με πέτρες που περιχαράκωνε την έκταση της επικίνδυνης περιοχής, που τώρα φαινόταν καθαρά να έχει ένα σχήμα οβάλ σχεδόν γύρω από το σκάφος. Τα πραγματικά όρια όμως δεν καθορίζονταν με ακρίβεια καθώς αόρατες προεκτάσεις πρόβαλαν τρία ή πέντε πόδια μπροστά από το κυρίως τείχος.

Σειρές από πασαλάκια, βαλμένα σε κανονικές αποστάσεις, είχαν δώσει την δυνατότητα υπολογισμού του μέσου όρου ταχύτητας προώθησης σε κάτι παραπάνω από μια γυάρδα την ώρα. Ο ενωμοτάρχης, πάλι επί σκηνής, τους χαιρέτησε κι εξέφρασε τις αμφιβολίες του σχετικά με την εγκυρότητα των υπολογισμών του.
"Ίσως και να μην είναι καθόλου προώθηση" είπε σκεφτικός, "όχι τουλάχιστον με τον τρόπο που την εννοούμε, αλλά απλώς και μόνο ένας φυσιολογικός ρυθμός ανάπτυξης".
"Δεν θα το επιτρέψει ο θεός" είπε φλογερά ο Ντέηβιντ.
"Τί επιστήμονες φέρανε για την υπόθεση;" ρώτησε ο Ντερκ.
"Κανέναν. Υποστηρίζουν ότι θα τα βγάλουν πέρα χωρίς αυτούς. Η ανάμιξή τους σημαίνει επιπλέον έξοδα".
Ο Ντερκ γρύλισε. "Στο τέλος μάλλον θα αποφύγετε εντελώς τα έξοδα" σχολίασε.

Κοίταξαν κατά το ξέφωτο. Εκτός από τον αυξανόμενο αριθμό ρηγμάτων στις πλευρές του, το Χιουράκαν ήταν το ίδιο, όπως το είχαν δει την προηγούμενη μέρα. Το φως του ήλιου που το έλουζε, αντανακλούσε στις γυαλισμένες του πλάκες με εκτυφλωτικές αστραπές. Φαινομενικά τίποτα το περίεργο δεν υπήρχε ανάμεσα σ' αυτούς και στο σκάφος. Τίποτα που να εμποδίσει κάποιον να προχωρήσει προς το σκάφος και να μπει μέσα. Αν μάλιστα κάρφωνε κανείς το βλέμμα πάνω του θα αντιλαμβανόταν ότι το περιέβαλε μια ελαφριά καταχνιά. Κάτι πιο αχνό μεν από ανερχόμενη θερμότητα, αρκετό όμως για να θολώνει το ακριβές του περίγραμμα. Παρόλα' αυτά ο Ντέηβιντ συνειδητοποίησε ότι αν δεν τον προειδοποιούσε κάποιος, θα μπορούσε άνετα κι ανυποψίαστα να προχωρήσει κατευθείαν πάνω στην αόρατη παγίδα.

Απαλλαγμένος από την ευθύνη του προς τον επιθεωρητή, ο ενωμοτάρχης ένιωθε ότι ερχόταν στα συγκαλά του. Ο άλλος είχε αναλάβει χωρίς ενθουσιασμό και τώρα ήταν πολυάσχολος άνθρωπος. Έκανε ένα ξέπνοο νόημα προς τον Ντέηβιντ και τον Ντερκ και τους έκανε μερικές ερωτήσεις μ' έναν τόνο που έδειχνε ότι περίμενε απ' αυτούς μια μικρή βοήθεια. Λίγα λεπτά αργότερα ένας άντρας με στρατιωτική στολή διασχίζοντας το προστατευτικό κορδόνι στάθηκε μπροστά τους και παρουσιάστηκε.
Λεγόταν λοχίας Φορμπς και δεν ήταν καθόλου δυσαρεστημένος γι' αυτό. Ατένισε απέναντι το Χιουράκαν μ' ένα στυλ όλο βαριεστιμάρα κι ο τρόπος του είχε κάτι από υπεροψία κι έδειχνε ότι το ψιλοδιασκέδαζε. Μίλησε για τον διοικητή του που τον είχε στείλει, χωρίς να του εξηγήσει το λόγο.
"Λοιπόν, επιθεωρητά", είπε, "κατάφερες να ανακατώσεις τους δικούς μου. Μ' έστειλαν εδώ να σ' ενισχύσω με μιά ομάδα αντρών κι ένα πολυβόλο. Περί τίνος πρόκειται;"
Ο ενωμοτάρχης εξήγησε πάλι την κατάσταση. Κι ο επιθεωρητής, παρ' όλο που τα είχε ακούσει νωρίτερα, άκουγε πάλι τον υφιστάμενό του με μια έκφραση αυξανόμενου άγχους. Στο τέλος της αναφοράς και της περιγραφής του τέλους του Τόμπυ από τον Ντέηβιντ, έγνεψε αργά και κάρφωσε το βλέμμα του προς το σκάφος.
"Μια και δεν υπάρχει κανένα στοιχείο για να στηριχτούμε, πρέπει να συμπεράνουμε ότι η πτώση σκότωσε όλο το πλήρωμα του σκάφους κι ελευθέρωσε κάποιο περίεργο είδος που έφερναν μαζί τους στην πατρίδα, πράγμα που μάλλον πιστεύουν οι φίλοι μας εδώ. 'Η διαφορετικά το πράγμα αυτό ελευθερώθηκε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, τους επιτέθηκε κι ίσως σκότωσε τον μόνο άνθρωπο που ήταν ικανός να προσγειώσει σωστά το σκάφος. Δυστυχώς όμως δεν έχουμε απόδειξη τί από τα δυο έγινε".
Ο λοχαγός Φορμπς διαμαρτυρήθηκε μ' έναν σκεπτικισμό, προϊόν και λίγης φαντασίας. "Μα αυτό φαίνεται παράλογο. Τί νομίζετε ότι είναι αυτό το πράγμα;"
Ο Ντέηβιντ απαρνήθηκε κάθε πρόφαση ότι ήξερε, αλλά υπέθεσε ότι ήταν κάποιο είδος ζώου. Θα μπορούσε βέβαια να ήταν και φυτό ακόμα, παραδέχτηκε, αλλά δεν το πολυπίστευε. Ο λοχαγός Φορμπς χαμογέλασε με καλοσυνάτη υπομονή, άναψε τσιγάρο και ξεκίνησε να περπατά προς το σκάφος.
Ο Ντερκ τον άρπαξε από το μπράτσο. "Μην κάνεις βλακείες! Δεν σε κατηγορώ που δεν μας πιστεύεις, αλλά κοίτα αυτό τουλάχιστον". Σήκωσε το κλαδί που είχε πετάξει την προηγούμενη μέρα ο ενωμοτάρχης κι έδειξε τα σημάδια των δοντιών. Ο λοχαγός τα εξέτασε με μεγάλη προσοχή και προς στιγμήν του έφυγε κάθε διάθεση να προχωρήσει προς το σκάφος.
Ο επιθεωρητής στράφηκε προς τον Ντέηβιντ : "Υποθέτω ότι σκεφτήκατε ήδη πως δεν υπάρχει τρόπος συνομιλίας μ' αυτό το πράγμα". Ο Ντέηβιντ κούνησε το κεφάλι του.

Ο Ντερκ πετάχτηκε : "Σκέφτηκα κάτι που μπορεί να είναι σημαντικό, μπορεί και όχι"
"Και τί είναι αυτό;"
"Να το εμποδίσουμε να φτάσει στα δέντρα, αν είναι φυσικά δυνατόν. Θα προσέξατε βέβαια ότι κατανάλωσε όλο το ξύλο που βρήκε. Αυτό ίσως και να 'ναι μια μέθοδος παραμερισμού εμποδίων, που πολύ αμφιβάλλω δηλαδή, αλλά δεν συμπεριφέρεται το ίδιο και με τα μέταλλα. Δεν θα μου 'κανε καμιά εντύπωση η διαπίστωση ότι τρέφεται με ξύλο".
Ο επιθεωρητής υπολόγισε με το μάτι την απόσταση ανάμεσα στα συντρίμμια και τα δέντρα. Στα περισσότερα σημεία ήδη το ένα τέταρτο της απόστασης αυτής είχε καλυφθεί.
Ο λοχαγός Φορμπς κουνιόταν νευρικά. "Εντάξει, επιθεωρητά, το καταλαβαίνω ότι η παράσταση είναι δική σας, αλλά τι θα λέγατε αν δοκίμαζα το πολυβόλο μου πάνω στο πράμα; Θα το 'κανε χίλια κομμάτια".
Οι άλλοι δίστασαν. Στο τέλος όμως συμφώνησαν. Δεν πίστευε ότι το πολυβόλο θα είχε το παραμικρό αποτέλεσμα πάνω στο πλάσμα, αν ήταν κάτι τέτοιο δηλαδή, αλλά δεν θα έχαναν και τίποτα να δοκιμάσουν. Ενώ ο λοχαγός Φορμπς βημάτιζε ανυπόμονα, του ήρθε μια ξαφνική σκέψη, έγραψε κάτι στα γρήγορα σ' ένα κομμάτι χαρτί και το 'δωσε στον αστυνόμο, διατάζοντάς τον να βιαστεί.

Σχεδόν αμέσως κατέφθασε μια ομάδα πολυβολητών, ντυμένων με στολές παραλλαγής και πήρε θέση σε μικρή απόσταση από την επικίνδυνη γραμμή. Όταν τους δόθηκαν εξηγήσεις ότι έπρεπε να στήσουν τα όπλα τους σ' εκείνο το σημείο, στην αρχή έδειξαν πειραγμένοι, μετά όμως το διασκέδασαν. Φύτεψαν το όπλο με τον αέρα ανθρώπων που τη βρίσκουν με τους μισοηλίθιους.
"Μάλλον για εξάσκηση επί στόχου πρόκειται, μόνο που δεν υπάρχει στόχος" μουρμούρισε ένας απ' τους στρατιώτες.
Ο πυροβολητής αποφάσισε να ξεκαθαρίσει μόνος του τη κατάσταση. "Τί σκοπεύουμε, Κύριε;"
"Σκόπευε μόνο ίσια μπροστά" Ο άντρας σήκωσε τους ώμους του νωχελικά κι έριξε μια μικρή ριπή. Στο άκουσμά της το απόσπασμα έμεινε με κομμένη την ανάσα. Κάθε σφαίρα είχε ανοίξει μυστηριωδώς σαν μανιτάρι και τώρα κρέμονταν όλες μαζί στον αέρα, σαν ένα κολιέ από παράξενες χάντρες.
"Θα 'λεγα ότι αυτό που βλέπω δεν μου αρέσει καθόλου" μουρμούρισε νευρικά ένας από τους άντρες. "Τί στο διάολο είναι αυτό τέλος πάντων;"
Το όπλο κροτάλισε άλλη μια ριπή, τ' αποτελέσματα όμως ήταν τα ίδια. Ο Ντέηβιντ έριξε μια πλάγια ματιά στον λοχαγό. Η έκφραση του τελευταίου έδειχνε μεγάλη ικανοποίηση. Ο πυροβολητής γύρισε με ξαφνιασμένο πρόσωπο.
"Τίποτ' άλλο, κύριε;" ρώτησε.

"Κοιτάξτε!" φώναξε ο Ντέηβιντ. Η σφαιρογραμμή σηκώθηκε λίγο πιο ψηλά και κυμάτιζε προς τα μπρος. Οι πυροβολητές πανικόβλητοι εντελώς πήδηξαν πίσω. Ένας άντρας σκόνταψε στο τρίποδο κι έπεσε. Τότε ακούστηκε ένας ήχος τραγανιστής δαγκωνιάς, που τον συνόδεψε αμέσως μια κραυγή αγωνίας κι η μπότα ενός άντρα, με το πόδι του μέσα της, άρχισε να απομακρύνεται αργά. Οι σύντροφοί του γύρισαν και τον τράβηξαν πίσω.
Το πρόσωπο του λοχαγού Φορμπς πήρε ένα παράξενο χρώμα καθώς έστεκε αποσβολωμένος και κοιτούσε σα χαζός το αποκομμένο πόδι. Στην αρχή τουλάχιστον φάνηκε να καταλαβαίνει ότι η όλη υπόθεση δεν ήταν τέχνασμα.
"Παιδιά, το πολυβόλο σας δεν έκοψε και πολύ μέταλλο" σχολίασε ο επιθεωρητής. "Όταν θα 'ρθει η ομάδα που ζήτησα, θα δοκιμάσουμε κι άλλο τρυκ".

Αναγκάστηκαν να περιμένουν μισή ώρα ώσπου να εμφανιστεί μια μικρή ομάδα που κουβαλούσε ένα ογκώδες αντικείμενο. Μια πιο κοντινή ματιά αποκάλυψε ότι επρόκειτο για απορρίμματα βαμβακιού. Πίσω της ακολουθούσαν δυο άντρες ακόμα κουβαλώντας δοχεία με πετρέλαιο.
"Μούσκεψε το υλικό" διέταξε ο επιθεωρητής καθώς το ακουμπούσαν κάτω. "Ρίξτε το υπόλοιπο πάνω του και φέρτε μερικά μακριά στειλιάρια".
Η ελαφριά μπάλα λαμπάδιασε αμέσως. Τέσσερις άντρες πλησίασαν κι άρχισαν να σπρώχνουν μπροστά με τα στειλιάρια, ενώ οι υπόλοιποι έμειναν ακίνητοι περιμένοντας το αποτέλεσμα.

"Αν πετύχει, θα φέρουμε μερικά φλογοβόλα" είπε ο επιθεωρητής.

Η μπάλα σταμάτησε απότομα μόλις συνάντησε το αόρατο εμπόδιο. Έμεινε εκεί να καίγεται βγάζοντας καπνούς.
"Σπρώξτε ξανά!"
Το εμπόδιο είχε εξαφανιστεί κι η μπάλα μπόρεσε να προχωρήσει με ταχύτητα μέχρι το επόμενο σημείο ελέγχου. Ο λοχαγός έβλεπε με έξαψη τα πράγματα που γι' αυτόν ήταν εντελώς ασυνήθιστα.
"Κάψτε το" φώναξε. "Σπρώξτε το κι άλλο, τώρα!"

Ήταν πολύ αισιόδοξος όμως. Μόλις τα στειλιάρια ήρθαν μπροστά για ένα ακόμη σπρώξιμο, ένας γδούπος συντάραξε το έδαφος. Οι φλόγες έσβησαν κι από την φλεγόμενη μπάλα δεν έμεινε τίποτα περισσότερο από έναν μαυρισμένο λεκέ. Αυτοί που κρατούσαν τα στειλιάρια οπισθοχώρησαν γρήγορα.
"Κατάρα, αν δεν είχε πηδήξει πάνω στη μπάλα!" μούγκρισε ασυγκράτητος ο ενωμοτάρχης.

Ο επιθεωρητής έσπρωξε πίσω το κασκέτο του κι έξυσε το κεφάλι του. Η έκφρασή του, ενώ κοιτούσε το Χιουράκαν με βλέμμα απλανές, ήταν του ανθρώπου που τα 'χει εντελώς χαμένα. Κι η έκφραση του λοχαγού Φορμπς δεν πήγαινε πίσω, αλλά μετά από σκέψη λίγων λεπτών, έσκασε ένα χαμόγελο. Έκανε ένα βήμα, πλησιάζοντας τον επιθεωρητή και του έκανε μια πρόταση.
Ο άλλος τον κοίταξε γεμάτος αμφιβολία. "Θα έπρεπε να ζητήσω άδεια γι αυτό" αντιγύρισε. "Μην ξεχνάμε και τον ιδιοκτήτη του σκάφους".
"Δεν θα τον πειράξει καθόλου όταν θα καταλάβει τον κίνδυνο. Χίλιες φορές να καταστρέψουμε το σκάφος παρά να αφήσουμε αυτό το πράγμα να μεγαλώσει".
"Πόσο θα σου πάρει;"
Ο λοχαγός Φορμπς σκέφτηκε λίγο "Μέχρι αύριο το πρωί" απάντησε.
Ο επιθεωρητής κούνησε το κεφάλι του. Το σχέδιο φαινόταν λογικό. Παρ' όλα αυτά γύρισε και κοίταξε ανήσυχα τη γραμμή με τα πασαλάκια που χρησίμευε για μέτρο. Μέχρι το πρωί της επόμενης η επικίνδυνη γραμμή ίσως και να είχε φτάσει ως τα δέντρα.
Ο λοχαγός είδε το βλέμμα του και το ερμήνευσε σωστά. "Ξέρω, θα θέλατε να το αντιμετωπίσουμε τώρα αμέσως, αλλά τί μπορούμε να κάνουμε;"

Ο Ντερκ που είχε παρακολουθήσει χωρίς σχόλια τις δυο τελευταίες επιθέσεις εναντίον του πλάσματος, τους πλησίασε. Οι προσπάθειες του επιθεωρητή να χειριστεί τον κίνδυνο του φαινόταν εντελώς παιδιάστικες και καθόλου ικανοποιητικές. Του θύμιζαν κάτι αγόρια που είχε δει κάποτε να τσιγκλούν με ξύλα ένα κοιμισμένο λιοντάρι -υπήρχε όμως μια διαφορά- τα αγόρια είχαν το πλεονέκτημα της προστασίας του σιδερένιου κλουβιού. Τώρα ο λοχαγός Φορμπς είχε πετύχει κάτι που μάλλον ήταν τραβηγμένο απ' τα μαλλιά. "Γιατί να μην βάλουμε κανέναν βιολόγο στην υπόθεση;" πρότεινε.
Ο λοχαγός δεν πήρε με καλό μάτι την παρατήρηση. Δεν έβλεπε κανέναν λόγο που θα 'κανε έναν γήινο βιολόγο να υπερισχύσει μιας μορφής ζωής που είχε έρθει από την Αφροδίτη -αν πράγματι είχε έρθει από 'κει. Επιπλέον, υπογράμμισε, δεν καλείς βιολόγο ούτε όταν θέλεις να καταστρέψεις ένα γήινο άγριο θηρίο.
Ο Ντερκ ήταν απότομος. "Αυτό ακριβώς θα 'πρεπε να κάνετε. Εν πάση περιπτώσει οι βιολόγοι ήταν εκείνοι που κατέστρεψαν τα βλαβερά έντομα στον Παναμά και σε άλλα μέρη. Δεν σκέφτεστε ότι μπορεί και να τριγυρνάτε μ' ένα βαρέλι εκρηκτικά στην αγκαλιά; Ας υποθέσουμε ότι το πλάσμα ήταν εύφλεκτο, που κάλλιστα θα μπορούσε να είναι. Θα 'χατε βάλει μια φωτιά που θα ξαπλωνόταν σε απόσταση μιλίων".
"Εσείς είστε βιολόγος;" ρώτησε παγερά ο λοχαγός.
"Όχι, δεν είμαι"
"Τότε θα σας παρακαλούσα να μην ανακατεύεστε. Επιτρέψτε μου να σας θυμίσω επίσης ότι δεν έχετε θέση εδώ".

Ο επιθεωρητής, λιγότερο σίγουρος για τον εαυτό του, έκανε να διακόψει, αλλά άλλαξε γνώμη. Δεν είχε και μεγάλη εμπιστοσύνη στον λοχαγό, η επιθετικότητά του όμως του άρεσε.
Το πρόσωπο του Ντερκ έγινε κατακόκκινο από θυμό. "Όση ώρα εσείς χαζολογάτε εδώ πέρα το πράγμα μεγαλώνει. Αν μας ξεφύγει, ένας Θεός ξέρει τι μπορεί να συμβεί και η ευθύνη θα 'ναι όλη δική σας!"
"Ας είναι κι έτσι. Μπορείτε, παρακαλώ, να σταματήσετε τα σχόλια; Μια και είναι προφανές ότι δεν έχετε να προσφέρετε και αποτελεσματική βοήθεια, δεν βλέπω το λόγο να είστε παρών".

Ο Ντερκ ξανασκέφτηκε την απάντηση που του ήρθε στα χείλη. Μετά έκανε στροφή στα τακούνια του κι απομακρύνθηκε προς τα δέντρα.
"Καταραμένοι ανακατωσούρες" μουρμούρισε ο λοχαγός βλέποντάς τον να φεύγει. Γύρισε προς τον επιθεωρητή και πρόσθεσε : "Αν θέλουμε να είμαστε έτοιμοι αύριο το πρωί πρέπει να αρχίσω από τώρα αμέσως".


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ : ΤΟ ΤΕΡΑΣ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΖΕΤΑΙ

Ο Ντερκ δεν γύρισε στο ξενοδοχείο ούτε κι άφησε μήνυμα. Ο Ντέηβιντ δεν απόρησε καθόλου, μια κι ο Ντερκ ήταν από κείνους που έφεραν βαρέως τις προσβολές ιδιαίτερα δε όταν δεν έφταιγαν. Έτσι την επόμενη μέρα πήρε ένα μοναχικό πρωινό.
Σε καμία εφημερίδα δεν βρήκε έστω και την ελάχιστη αναφορά για το Χιουράκαν. Περίμενε τίτλους με παχιά, τεράστια γράμματα, αλλά όσο κι αν έψαξε, δεν κατάφερε ν' ανακαλύψει ούτε μια παράγραφο για το θέμα. Ήταν πολύ περίεργο, μια και το σκάφος έκλεινε πια δυο μέρες και δυο νύχτες που βρισκόταν στην πλευρά του λόφου. Καθώς το αστυνομικό τμήμα ήταν στο δρόμο του για το σκάφος, πέρασε και πήρε τον ενωμοτάρχη.
"Τί έγινε με τους δημοσιογράφους;" ρώτησε μόλις ξεκίνησαν. "Το γεγονός θα ήταν δώρο Θεού γι' αυτούς".
"Ήταν, αλλά τους σταματήσαμε".
"Αυτό είναι σπουδαίο κατόρθωμα, αλλά γιατί;"
"Θα σκορπίζονταν παντού και θα δημιουργούσαν προβλήματα. Θυμάστε άλλωστε τι έπαθε εκείνος ο περίεργος τουρίστας τις προάλλες. Εκτός αυτού θα 'χουμε μερικά πυροτεχνήματα σήμερα και θέλαμε τον τόπο καθαρό".

Πλησίασαν τα συντρίμμια και αντιλήφθηκαν ότι η επικίνδυνη περιοχή είχε μεγαλώσει πολύ περισσότερο από το αναμενόμενο. Ανάμεσα στο σκάφος και στα δέντρα υπήρχε μόνο μια λουρίδα ασφάλειας, τόσο στενή σαν μονοπάτι. Μια ανάσα τόπος δηλαδή.
Ο ενωμοτάρχης κι ο λοχαγός Φορμπς σήκωσαν το βλέμμα ίσα να τον χαιρετήσουν για να πέσουν αμέσως στη μελέτη μιας μεγεθυσμένης φωτογραφίας.
Ο Ντέηβιντ έβγαλε μια κραυγή έκπληξης κι ο λοχαγός χαμογέλασε. "Καλό, έτσι; Μόλις μας ήρθε".
"Μα, πώς διάολο ...;"
"Δείγμα εγκεφαλικής δουλειάς των επάνω, του Ιπτάμενου Τομέα. Στείλανε χθές ένα αεροπλάνο και τράβηξε μερικά πόδια φιλμ. Φυσικά στην εμφάνιση δεν βρέθηκε το παραμικρό ίχνος του πράγματος. Τότε ένα έξυπνο παλικάρι είχε την φαεινή ιδέα να στερεώσει μια κάμερα υπέρυθρων και να το αποτέλεσμα". Η εκτύπωση έδειχνε τη θέση όπου ήταν το Χιουράκαν κι όλη τη γύρω περιοχή. Από το ίδιο το σκάφος ήταν ορατό ένα μικρό μέρος της πάνω-πάνω επιφάνειας, ενώ το υπόλοιπο ήταν βυθισμένο στο σκοτάδι που το περιέβαλε. Με την πρώτη ματιά, η σκιά αυτή φαινόταν να έχει ένα σχεδόν οβάλ σχήμα, με πιο προσεκτική και κοντινή εξέταση όμως διαπίστωνε κανείς ότι οι άκρες ήταν οδοντωτές με σειρές από αμβλείες προβολές.

Ο Ντέηβιντ το βρήκε απογοητευτικό και το είπε. "Δεν μπορώ να πω και πολλά απ' αυτό" μουρμούρισε. "Εννοώ, εξακολουθεί να μην φαίνεται με τί έχουμε να κάνουμε, μ' ένα μεμονωμένο πλάσμα ή με μια αγέλη θηρίων".
"Όπως και να 'χει είμαι σίγουρος ότι είναι ζώο κι όχι φυτό", μπήκε στη κουβέντα ο επιθεωρητής. "Κι αν το σκεφτείς καλά, θα δεις ότι αυτό που λέω δεν είναι και τόσο παράξενο στ' αλήθεια. Στο κάτω-κάτω δεν υπάρχει και μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα διάφανα ζωντανά όντα που έχουμε στη γη και σ' ένα εντελώς αόρατο πλάσμα. Δεν πρόσεξες ότι όλα τα αντικείμενα που δαγκώθηκαν, κατευθύνθηκαν προς το σκάφος; Έχω τη γνώμη ότι στο τέλος θ' ανακαλύψουμε πως πρόκειται για ένα μεμονωμένο πλάσμα με πολλούς λαιμούς κι ένα κεντρικό στομάχι κάπου εσωτερικό του Χιουράκαν. Είναι γεγονός ότι το σχέδιο του λοχαγού Φορμπς στηρίχτηκε πάνω σ' αυτήν ακριβώς την ιδέα".
"Ποιό είναι το σχέδιο;"
Ο επιθεωρητής εξήγησε. Υπολογίστηκε ότι στο τωρινό του μέγεθος όποιο αντικείμενο δάγκωσε το αόρατο πλάσμα χρειάστηκε πάνω από δύο λεπτά για να κατευθυνθεί προς το σκάφος. Κατασκευάστηκε λοιπόν ένας αριθμός βομβών, εξοπλισμένων με χρονοδιακόπτη που να προσφέρει ένα περιθώριο μισού λεπτού ακόμα. Οι βόμβες τοποθετήθηκαν μέσα σε ξύλινα κιβώτια για να δελεάσουν το πλάσμα. Ο λοχαγός έχει κάθε λόγο να πιστεύει ότι η ταυτόχρονη έκρηξη αυτού του δύσπεπτου γεύματος θα μπορούσε να λύσει το ζήτημα. Το αποτέλεσμα βέβαια θα είναι η εξαφάνιση του βαρυστομαχιασμένου Χιουράκαν, αλλά αυτό δεν έχει την παραμικρή σημασία.

"Γιατί δεν σκάτε τις βόμβες κατά μικρά κύματα για να σιγουρευτείτε ότι θα συμπέσουν;" ρώτησε ο Ντέηβιντ.
Ο λοχαγός κούνησε το κεφάλι του. "Αυτή ήταν η αρχική ιδέα, αλλά θα πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν και το γεγονός του καμουφλάζ, δηλαδή το μεταλλικό σκάφος και πολύ πιθανόν το σώμα του πλάσματος να λειτουργήσει ως ένα βαθμό σαν ασπίδα. Η μέθοδος με χρονοδιακόπτη μοιάζει περισσότερο ασφαλής".

Ο Ντέηβιντ στάθηκε λίγο παράμερα παρακολουθώντας τις προετοιμασίες. Είχαν συγκεντρωθεί γύρω στους σαράντα με πενήντα άντρες κι ο λοχαγός τους έδινε οδηγίες για τα καθήκοντά τους. Ο ενωμοτάρχης ήρθε πλάι του και του έπιασε την κουβέντα. Δεν φαινόταν να έχει και πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη στο σχέδιο, αλλά σταμάτησε τη φλυαρία λέγοντας ότι θα 'ταν καλύτερα να ψάξουν για ασφαλή κάλυψη αν δεν ήθελαν να εκραγούν σε χίλια κομμάτια.
Ο Ντέηβιντ ψάχνοντας με το βλέμμα είδε ένα εγκαταλελειμμένο παράπηγμα, ιδανικό για το σκοπό που το ήθελαν, μια και βρισκόταν γύρω στις εκατό γυάρδες μακριά από το κυρίως ξέφωτο. Προχώρησε προς τα 'κει από το μονοπάτι που ήταν και ο μόνος χώρος που παρέμενε ελεύθερος ακόμα.

Παίρνοντας βολική θέση, παρακολουθούσαν το λοχαγό καθώς ανέπτυσσε τους άντρες του. Στην περιφέρεια του ξέφωτου και κατά κανονικά διαστήματα άντρες έπαιρναν θέσεις με το πρόσωπο στραμμένο προς το σκάφος. Με την πρώτη ματιά έμοιαζε απίθανο σ' αυτό το ηλιόλουστο μέρος να παραμονεύει κάποιος κίνδυνος. Φαινόταν ότι αν κάποιος προχωρούσε κατευθείαν πάνω στις απαστράπτουσες πλευρές του Χιουράκαν δεν θα συναντούσε κανένα εμπόδιο πέρα από το κενό του αέρα. Ο καθένας από τους άντρες που ήταν στην περίμετρο του ξέφωτου κρατούσε στο δεξί του χέρι ένα στειλιάρι, στην άκρη του οποίου είχε τοποθετηθεί το ξύλινο κιβώτιο-βόμβα. Στο αριστερό χέρι είχε ένα κορδόνι στερεωμένο στην περόνη. Ένας-δυο από τους άντρες ήταν φανερά εκνευρισμένοι κι άλλοι έμοιαζαν να αντιμετωπίζουν την όλη υπόθεση με την ελαφρότητα ενός αστείου. Η πλειονότητα περίμενε φλεγματικά το σινιάλο.
Στο άκουσμα τριών διαπεραστικών σφυριγμάτων σφυρίχτρας ο κάθε άντρας που κρατούσε στειλιάρι αντέδρασε αμέσως. Τα όπλα έγειραν μέχρι που οριζοντιώθηκαν, τα αριστερά χέρια, με ένα απότομο τράβηγμα του κορδονιού, απελευθέρωσαν τις περόνες.
Έκαναν τρία βήματα και τότε ένα απότομο τρίξιμο έκανε το κύκλο της γραμμής καθώς οι στρογγυλές ξύλινες κεφαλές πετάχτηκαν μακριά κι άρχισαν την αργή τους διαδρομή προς τα συντρίμμια. Οι άντρες που κρατούσαν τα κορδόνια έτρεξαν να καλυφθούν, ρίχνοντας κάτω τ' απομεινάρια των κονταριών. Για μισό λεπτό ο Ντέηβιντ κι ο ενωμοτάρχης συνέχισαν να κοιτούν την παράξενη πορεία του συνόλου των καταστρεπτικών σφαιρών, καθώς συγκλίνανε αργά και σιωπηλά. Μετά θυμήθηκαν κι αυτοί ότι έπρεπε να καλυφθούν κι έτρεξαν κατά το παράπηγμα.

Το ελάχιστο φως που έμπαινε από δυο βρώμικα παράθυρα βοήθησε τον Ντέηβιντ να επιθεωρήσει το χώρο. Η επίπλωση που είχε, έδειχνε ότι οι κάτοχοι είχαν μετακομίσει εδώ και πολύ καιρό. Μόνο κάτι στραβά ράφια είχαν μείνει. Ένα σπασμένο κοντάρι αξίνας και μερικά εργαλεία ακόμα ήταν σκορπισμένα κάτω καθώς και μερικά λερωμένα κουτιά από χρώματα και σκουπίδια που δεν άξιζαν τον κόπο να τα πάρει κανείς μαζί του στην μετακόμιση.
Έκατσε κάτω, στη γωνία, πάνω σ' ένα σωρό από φύλλα. Ο ενωμοτάρχης ήρθε κοντά του. Έσκυψαν κι οι δυο πάνω στο μεγάλο επαγγελματικό ρολόι του δεύτερου.
"Έμεινε ένα λεπτό ακόμα"
Σε άμεση διάψευση ήρθε ένας υπόκωφος διπλός γδούπος που τον ακολούθησε κι ένας τρίτος. Ο ενωμοτάρχης κούνησε το κεφάλι του όλο αποδοκιμασία. Κακή εκτέλεση, ευτυχώς βέβαια που δεν πείραζε και πολύ στην παρούσα κατάσταση. Με αυξανόμενη ένταση είδαν τη δεύτερη παρτίδα να σέρνεται προς το κυρίως άνοιγμα. Έγινε δεκαπέντε δευτερόλεπτα πριν τη σωστή λήξη. Πρώτα ένας κρότος κι αμέσως μετά ένας εξαίσιος βρυχηθμός, λες και η πρόωρη έκρηξη μιας βόμβας να πυροδότησε και τις υπόλοιπες.

Ενστικτωδώς σκέπασαν τ' αυτιά τους με τα χέρια, ενώ τα ηχητικά κύματα σκόρπισαν τα παράθυρα σε χίλια κομμάτια, που χτυπιόταν και στροβιλίζονταν πάνω από τα κεφάλια τους. Μια βροχή από σκόρπια συντρίμμια έπεσε στα κεφάλια τους κι ένας βίαιος γδούπος έκανε το οικοδόμημα να τρίξει συθέμελα.
Διάφορες βρωμιές και σκουπίδια πέσανε κάτω με θόρυβο και αμέσως μετά ακολούθησε ο ήχος από κάτι που γλιστρούσε πέφτοντας από την κεκλιμένη στέγη. Προσγειώθηκε μ' έναν υδαρή πάταγο έξω απ' την πόρτα.
Ο Ντέηβιντ χαμογέλασε. "Πάω στοίχημα ότι πρόκειται για κομμάτι του θηρίου" είπε με ικανοποίηση. "Αν κατάπιε αυτό το μικρό γεύμα, θα ..."
Σταμάτησε απότομα. Κάπου εκεί κοντά άρχισε να υψώνεται μια κραυγή φόβου που ο τόνος της ανέβαινε στην αγωνία μέχρι που σταμάτησε σε μια ύποπτη σιωπή.
Κοιτάχτηκαν κατάπληκτοι. Αυτή η κραυγή ένα πράγμα μόνο μπορούσε να σημαίνει : κάτι είχε πάει στραβά κι ο κίνδυνος δεν είχε περάσει. Ο ενωμοτάρχης άνοιξε το στόμα του για να μιλήσει, αλλά τον πρόλαβε μια άλλη σπαρακτική κραυγή, πιο κοντινή από την πρώτη.

Σε λίγα λεπτά μετά απ' αυτό ο αέρας γέμισε κραυγές πόνου κι αγωνίας. Ο Ντέηβιντ έκλεισε πάλι τ' αυτιά του με τα χέρια του για να πάψει να τον βασανίζει αυτός ο τυραννικός ήχος. Έριξε μια ματιά προς τον ενωμοτάρχη κι είδε το πρόσωπό του ωχρό κι ανέκφραστο, σαν μάσκα. Είχε σηκωθεί και στεκόταν σαν κάποιος που νιώθει ότι πρέπει να κάνει κάτι μα δεν ξέρει τι ακριβώς. Έκανε μερικά βήματα προς την πόρτα, αλλά ο Ντέηβιντ ήταν πιο γρήγορος. Τον προσπέρασε και του 'κοψε το δρόμο.
"Όχι" ούρλιαξε, "δώσε μου πρώτα εκείνο το κοντάρι"
Με μια έκφραση απορίας ο άλλος το σήκωσε και του το 'δωσε. Ο Ντέηβιντ έσπρωξε και μισάνοιξε την πόρτα μια-δυο ίντσες και μέσα από την χαραμάδα έσπρωξε το ξύλο προς τα κάτω. Ακούστηκε μια γρήγορη δαγκωνιά και το τράβηξε πίσω γρήγορος σαν αστραπή.
"Βλέπεις;" έδειξε τα αναμφισβήτητα σημάδια δοντιών στην άκρη του ξύλου. Ο ενωμοτάρχης του το πήρε από το χέρι και με τη σειρά του το έσπρωξε προς τον θόρυβο λίγο πιο ψηλά από πριν. Κτύπησε έξυπνα προς τα κάτω. Στα δύο πόδια από το έδαφος το κοντάρι χτύπησε ένα εμπόδιο κι έσπασε αφήνοντας στο χέρι του ένα μικρό κομμάτι. κοίταξε τον Ντέηβιντ. "Θα μπορούσαμε να πηδήξουμε από πάνω του αρκετά εύκολα" πρότεινε. "Και να προσγειωθούμε πάνω σ' ένα άλλο, ίσως" .
Ο Ντέηβιντ κούνησε το κεφάλι του και σταμάτησε για μια στιγμή πριν προσθέσει : "Τώρα μάλιστα, βρεθήκαμε στο κέντρο της κόλασης! Η ιδέα της βόμβας ήταν σκέτη αποτυχία. Καταφέραμε να σκορπίσουμε τον κίνδυνο παντού".

Άλλη μια κραυγή πόνου από τα γύρω δέντρα. Σε κάποια απόσταση ακούστηκε το θρόισμα γρήγορης φωτιάς. Την επόμενη στιγμή ένα τμήμα από το κάτω μέρος της πόρτας αποκόπηκε κι άρχισε να πλέει αργά. Την έκλεισαν βιαστικά μ' ένα χτύπημα και τράβηξαν το σύρτη.
"Πρέπει να φύγουμε όσο πιο γρήγορα μπορούμε από 'δω μέσα" μουρμούρισε ο ενωμοτάρχης.
Κοίταξαν σκεφτικά έξω απ' τα θρυψαλιασμένα παράθυρα. Το φως του ήλιου φιλτραρισμένο από τα κλαδιά έπεφτε στο χώμα που έμοιαζε γυμνό, αλλά ... ο Ντέηβιντ έστρεψε την προσοχή του στον χώρο από πάνω που έμοιαζε με ιστό αράχνης. Ασφαλής, για λίγο τουλάχιστον, φαινόταν σαν να ρεμβάζει. Με τη βοήθεια του ενωμοτάρχη αρπάχτηκε από ένα δοκάρι της στέγης και μ' ένα σάλτο βρέθηκε πάνω. Τα σανίδια αποδείχτηκαν πολύ παλιά, έτσι με μια γερή κλωτσιά κατάφερε ν' ανοίξει μια τρύπα στη σάπια στέγη.

Στα γρήγορα οι δυο άντρες στεκόταν πλάι-πλάι στη σκεπή ατενίζοντας το ερημωμένο δάσος. Δεν υπήρχε ψυχή πουθενά. Πολύ μακριά προς τα δεξιά ακουγόταν κάτι σπασμωδικοί πυροβολισμοί και κάπου-κάπου καμία κραυγή . Ο Ντέηβιντ έβαλε μια φωνή, αλλά δεν πήρε απάντηση. Είχαν ακουστεί τόσες πολλές κραυγές. Οι πυροβολισμοί είχαν εξασθενίσει τώρα κι αναρωτιόταν αν αυτό ήταν δείγμα σωτηρίας ή ήττας. "Νομίζω πως θα 'πρεπε να περιμένουμε εδώ μέχρι να επιστρέψει κάποιος" είπε. Ο άλλος δεν απάντησε. κοιτούσε συνεπαρμένος το σημάδι που είχε αφήσει ένα άνοιγμα στο έδαφος. Όλη του η επιφάνεια φαινόταν σαν να κουνιόταν. Περιφερόμενα ρεύματα από κλαράκια και σκλήθρες ξύλου έμοιαζαν σαν να χυνόταν μέσα σε διάφορα κέντρα. Ο Ντέηβιντ έριξε μια γρήγορη ματιά και παρατήρησε ότι αυτή η κίνηση της ροής υπήρχε σε αρκετά σημεία...
"Θα πρέπει να υπάρχουν μερικές ντουζίνες από τέτοια!"
Ο ενωμοτάρχης κούνησε το κεφάλι του "Και εμείς είμαστε στο κέντρο" πρόσθεσε. "Κι όλα αυτά προήλθαν από τη μανία τους για το Σύμπαν. Ποτέ μου δεν το σκέφτηκα πολύ. Καθίστε στον πλανήτη σας, έλεγα πάντα. Είναι αρκετά μεγάλος. Μήπως μ' άκουσαν όμως; Όχι, βέβαια, όπως είδες. Ρίχτηκαν στο διάστημα και τί κατάφεραν τελικά;" Σταμάτησε θλιμμένα.
"Έπρεπε να πάνε και να γυρίσουν φέρνοντας αυτό το καταραμένο πράγμα απ' την Αφροδίτη! Εντελώς ηλίθιο, έτσι;"

Παρ' όλη τη δύσκολη θέση που βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή, ο Ντέηβιντ ένιωσε την τάση να παραβλέψει τις μελλοντικές προοπτικές των διαπλανητικών ταξιδιών που είχε ανοίξει η περισσότερο ή λιγότερο επιτυχής επιστροφή του Χιουράκαν, και συμφώνησε με τον ενωμοτάρχη.
"Να μπορούσαμε μόνο να το δούμε αυτό το πράγμα, ίσως και να ήμασταν σε θέση να κάνουμε κάτι", γρύλισε. Μετά, του ήρθε μια ξαφνική ιδέα και στρίβοντας χώθηκε από την τρύπα πίσω στη στέγη. Καθώς έψαχνε μέσα στα ανακατωμένα σκουπίδια, πρόσεξε ότι το ένα τέταρτο της πόρτας είχε εξαφανιστεί κιόλας. Με θαυμαστή ικανοποίηση είπε στον ενωμοτάρχη ότι είχε κάνει μιαν ανακάλυψη.
"Τί είναι;" Δεν υπήρξε απάντηση για λίγο. Τελικά ο Ντέηβιντ είπε :
"Μπορείς να δεις την πόρτα από κει που είσαι;"
Ο ενωμοτάρχης διαπίστωσε ότι μόλις που μπορούσε αν κρεμιόταν στο χείλος της τρύπας. Το κεφάλι και οι ώμοι του Ντέηβιντ φαίνονταν μέσα από το κενό πλαίσιο του παραθύρου δίπλα στην πόρτα. Στο χέρι του κρατούσε ένα χτυπημένο δοχείο με κόκκινη μπογιά, την οποία άρχισε να χύνει, αλλά αντί να φτάσει το έδαφος, έπεσε πάνω στη μορφή και την έκανε ορατή. Δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια μινιατούρα, αλλά ακόμα κι έτσι, ήταν ένα αντικείμενο πολύ πιο ανησυχητικό από κείνο που είχε αποθανατίσει η αεροφωτογραφία..


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ : ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΟΥ ΑΟΡΑΤΟΥ

Ο κύριος όγκος του πλάσματος ήταν ημισφαιρικός, με το επίπεδο μέρος να ακουμπά στο έδαφος. Το θολωτό πάνω μέρος μέχρι και κάτω από το μέσον των πλευρών ήταν γυμνό και λείο, αλλά το υπόλοιπο ήταν γεμάτο με αμβλείες προεκτάσεις. Στην άκρη κάθε μιας απ' αυτές ήταν ένα φαρδύ στόμα γεμάτο με κοφτερά δόντια που κροτάλιζαν συνέχεια. Ο Ντέηβιντ συγκεντρώθηκε σ' ένα απ' αυτά τα "κεφάλια" και το πασάλειψε εντελώς.
Πρόσεξε πως αν ήταν απαραίτητο τα φαρδιά σαγόνια μπορούσαν ν' ανοίξουν μέχρι πολύ πίσω, όπως του φιδιού. Ένα ρίγος τον διαπέρασε στη σκέψη του μεγέθους του αρχικού εισβολέα του Χιουράκαν, που ακόμα κι αυτό το μικρό του δείγμα ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο. Μπορούσε τώρα να δει τον τρόπο με τον οποίο τα στόματα έκοβαν από την πόρτα μεγάλα κομμάτια ξύλου και τα καταβροχθίζανε, με τον ίδιο τρόπο, όπως ακριβώς είχαν καταβροχθίσει το πόδι του Τόμπυ. Όσο αποκρουστικό κι αν ήταν το πλάσμα γινόταν λιγότερο ανησυχητικά μυστηριώδες από όσο ήταν το θέαμα των αντικειμένων που κατέβαιναν στριφογυριστά στον αόρατο λαιμό.

Ο Ντέηβιντ άρχισε να παίρνει θάρρος ότι θα μπορούσαν τουλάχιστον να πολεμήσουν έναν αόρατο εχθρό. Έριξε το χρώμα του εδώ κι εκεί προσπαθώντας να εντοπίσει την παρουσία οποιουδήποτε άλλου. Μόνο ένα ήταν μέσα στην ακτίνα δράσης του και το τμήμα που αποκαλύφθηκε έδειξε πως ήταν ακόμα πιο μικρό από το πρώτο. Παρ' όλη όμως την σχεδόν εννέα ιντσών περίμετρο που είχε, τα πολλά του στόματα κροτάλιζαν με την ίδια θηριώδη αγριότητα. Καθώς έγερνε πιο πολύ προς τα έξω, ένας καταρράκτης από βρωμιές κροτάλισε πέφτοντας στο κεφάλι του.
"Αϊ" ακούστηκε η φωνή του ενωμοτάρχη αναστατωμένη λιγάκι.
"Ένα κομμάτι ακόμα απ' αυτό το τέρας είναι εδώ πάνω".

Ο Ντέηβιντ σκαρφάλωσε πάλι στη στέγη, το δοχείο με τη μπογιά, το μοναδικό του όπλο, σφιχτά στο χέρι. Ο ενωμοτάρχης κοιτούσε κοκαλωμένος κι έδειχνε ένα σημείο μπροστά κοντά στην κορυφή. Τα υποστυλώματα ήταν ήδη απογυμνωμένα κι ένα κομμάτι ξύλου εξείχε. Το δοχείο του ήταν σχεδόν άδειο, αλλά έχυνε τις τελευταίες του σταγόνες πάνω στο σημείο. Ήταν αρκετές για ν' αποκαλύψουν δυο ή τρία ζευγάρια σαγόνια που κροτάλιζαν. Το πλάσμα όχι μόνον ήταν πάνω στη στέγη μαζί τους, αλλά ροκάνιζε και τα υποστυλώματα.
Πέταξε μακριά το άχρηστο δοχείο και κοίταξε γύρω του. Κλαδιά πίεζαν τον πίσω τοίχο της καλύβας. Μ' ένα καλοζυγισμένο πήδημα θα έφταναν στον κορμό του δέντρου. κοίταξε τον άλλο με αμφιβολία. Ο αστυνομικός χαμογέλασε όταν είδε το βλέμμα του. "Συνήθιζα τα άλματα πριν από χρόνια και σ' αυτή την απόσταση είμαι καλός ακόμα" είπε.

Προχώρησε προς την άκρη σκαρφαλώνοντας καβάλα στο αέτωμα. Έπρεπε να βιαστούν γιατί όλη η στέγη θα κατέρρεε τη στιγμή που το πλάσμα θα έφτανε στο κεντρικό δοκάρι. Στάθηκε εκεί, ισορροπώντας στην άκρη του αετώματος, στηριγμένος με το ένα χέρι στον ώμο του Ντέηβιντ. Μ' ένα δυνατό άλμα εκτοξεύτηκε μια χαρά μέσα στα κλαδιά.
"Ωραία, τώρα σκαρφάλωσε λίγο, κι έρχομαι και 'γω".
Καθώς απογειωνόταν, ένιωσε το πόδι του να γλιστρά κι άκουσε την ξαφνιασμένη φωνή του ενωμοτάρχη. Αρπάχτηκε απεγνωσμένα από τα κλαδιά, για να νιώσει να σπάνε κάτω από το βάρος του. Κάτι, υποχωρώντας αργά, έκοψε την πτώση του. Εκσφενδονίστηκε σαν αστραπή και κύλησε στο πλάι. Καθώς έκανε την κίνησή του, άκουσε τον ήχο σχισίματος. Ήταν από τα κομμάτια του παλτό του που είχαν ξεσκιστεί. Η φωνή του ενωμοτάρχη που τον καλούσε ακούστηκε βραχνιασμένη. Ο Ντέηβιντ ανασηκώθηκε και στη στιγμιαία χαρά που ακολουθεί μια δύσκολη δραπέτευση του φώναξε :
"Έπεσα σ' ένα απ' αυτά" ανακοίνωσε "τί ξέρεις γι αυτό;"
"Έπεσες πάνω του;"
"Ναι, κι είμαι τυχερός που δεν είχε δόντια στην κορυφή του. Ήταν ακριβώς κάτω από το δέντρο, και ...". Σταμάτησε ξαφνικά καθώς πρόσεξε ότι το πλάσμα έτρωγε τον κορμό του δέντρου. Υπολόγισε ότι δεν ήταν πολύ μεγάλο, από τα επιπλέοντα κομμάτια του ξύλου που δεν ήταν μεγαλύτερα από κομμάτια ζάχαρης. Ό,τι και να 'ταν όμως το δέντρο κοβόταν από κάτω αργά αλλά σταθερά.

Ο άλλος είχε αρχίσει να κατεβαίνει, αλλά του φώναξε να σταματήσει. Μ' ένα κοντάρι που είχε ρίξει κάποιος από τους βομβιστές άρχισε να κτυπά με λύσσα την αόρατη φαγάνα. Δεν υπήρξε ορατό αποτέλεσμα. Οι ξύλινες φλούδες συνέχισαν να επιπλέουν, ούτε πιο αργά αλλά ούτε και πιο γρήγορα από πριν. Ο Ντέηβιντ κατάφερε να ηρεμήσει. Με τον παρόντα ρυθμό θα χρειαζόταν κάποιος χρόνος πριν πέσει το δέντρο, αν βέβαια η τροφή δεν ανέπτυσσε το ζώο. Με μια γρήγορη έμπνευση έσπρωξε προς τα κάτω, μέσα στην τομή, ένα σπασμένο κλαδί έτσι ώστε το ζώο να το ροκανίσει πριν μπορέσει να καταβροχθίσει περισσότερο κορμό. Πίσω του η στέγη της καλύβας κατέρρευσε μ' ένα εντυπωσιακό ήχο.
"Όχι πολύ για τόσο γρήγορα" μουρμούρισε, καθώς παρακολουθούσε το σύννεφο σκόνης που υψωνόταν.
"Κοίτα εκεί" διαμαρτυρήθηκε ο ενωμοτάρχης ."Δεν μπορώ να στέκομαι εδώ πάνω για πάντα"
"Γιατί όχι; Είναι η ασφαλέστερη θέση".

Ένας άλλος ήχος από σπάσιμο έκανε τον Ντέηβιντ να πηδήξει στο πλάι. Σε απόσταση μικρότερη από σαράντα πόδια, ένα ψηλό δέντρο κλονίστηκε κι έπεσε. Συνειδητοποίησαν και οι δυο ότι το μέρος δεν ήταν πλέον ασφαλές. Το σημείο που στεκόταν ο ενωμοτάρχης είχε γεμίσει μέχρι επάνω με κλαδιά όλων των μεγεθών, πολλά δε απ' αυτά είχαν ήδη σημάδια από βαθιές τομές. Οποιοδήποτε κι αν έπεφτε πάνω του θα τον παρέσυρε κάτω. Άρχισε να κατεβαίνει βιαστικά.
"Περίμενε μια στιγμή. Δεν μπορείς να κατέβεις κάτω στον κορμό" του είπε ο Ντέηβιντ. Με κάθε προφύλαξη κι ελέγχοντας το δρόμο πριν απ' αυτόν με το κοντάρι του, έκανε ένα σημείο κάτω από το πιο χαμηλό σκόρπιο κλαδί. Έσπρωξε τα υπόλοιπα ένα γύρο και βεβαιώθηκε ότι το έδαφος ήταν πράγματι άδειο όπως φαινόταν.
"Όλα εντάξει εδώ. Μπορείς να πηδήξεις". Ο ενωμοτάρχης προσγειώθηκε υπάκουα δίπλα του. "Τώρα πρέπει να την κοπανήσουμε αμέσως από δω. Ο καλύτερος τρόπος θα είναι ... Θεέ μου, τί είναι αυτό;"
Δεν ήταν ανάγκη να ρωτήσει. Ένα μάτσο από δαγκωμένα ξύλα έπεσε σχεδόν δίπλα τους μ' ένα γδούπο. Ένα από τα πλάσματα είχε ανέβει στα ψηλότερα κλαδιά κι είχε κατορθώσει να φάει το ίδιο του το υποστήριγμα. Κάνανε απότομα πίσω. Ο ενωμοτάρχης έβγαλε ένα μαντήλι και σκούπισε το μουσκεμένο του μέτωπο.
"Σαν αιματοβαμμένος εφιάλτης", μουρμούρισε, κοιτώντας νευρικά γύρω και πάνω του. "Αυτό ήταν πολύ κοντινό πράγμα. Δεν μ' αρέσει καθόλου. Ο επιθεωρητής είπε ότι υπήρχε μόνον ένα θηρίο".
"Έτσι είπε; Έκανε λάθος λοιπόν. Το ίδιο και ο λοχαγός Φορμπς. Ο Ντερκ ήταν ο μόνος που είχε κάποια λογική και την κοπάνισε. Αυτό ακριβώς που θα κάνουμε και εμείς τώρα, αν μπορούμε φυσικά".

Ξεκίνησαν μια αργή πορεία. Έπρεπε να ελέγχουν κάθε εκατοστό εδάφους με κοντάρια, που τα κουνούσαν μπροστά τους σαν τις κεραίες κάποιου γιγάντιου εντόμου. Κάθε τόσο έριχναν ανήσυχες ματιές προς τα πάνω από φόβο μην τους πέσει στο κεφάλι κανένα άλλο πλάσμα ή δέντρο. Μιάμιση ώρα τέτοιας πορείας τους βρήκε περισσότερο νευρικούς κι ευερέθιστους από ποτέ. Από το συνεχές τρίψιμο στο έδαφος είχαν διαλύσει αρκετά ξύλα καθένας τους χωρίς να συναντήσουν στο μεταξύ ούτε σημάδι από κάποιον επιζώντα. Ο ενωμοτάρχης σταμάτησε και σκούπισε ξανά το ιδρωμένο του μέτωπο.
"Πρέπει να το ξεφορτωθούμε στα γρήγορα αυτό το τέρας" είπε χωρίς μεγάλη πεποίθηση. "Νομίζω πως είναι λιγότερα τώρα", είπε ο Ντέηβιντ, "αλλά μεγαλύτερα. Μεγάλωσαν όλη αυτή των ώρα που κάναμε εμείς για να φτάσουμε μέχρις εδώ. Έλα, πάμε".

Πέντε λεπτά αργότερα ήρθε μια δαγκωνιά που έκοψε από το κοντάρι του Ντέηβιντ ένα κομμάτι ξύλου δέκα ιντσών. Πισωπάτησε. Μια τόσο μεγάλη δαγκωνιά έδειχνε να είναι ενός νεογέννητου τεράστιου τέρατος. Άρχισαν να χτυπάνε όπως ο τυφλός με το ραβδί του. Στη μια πλευρά δεν βρήκαν τίποτα και προσπάθησαν από την άλλη. Όλος ο δρόμος μπροστά τους αποδείχτηκε εντελώς μπλοκαρισμένος από ένα ημικύκλιο αρπακτικών τεράτων. Το μόνο που τους απέμενε ήταν να γυρίσουν πάλι πίσω και να κάνουν τον κύκλο του σημείου εκείνου.
Γύρισαν πίσω με κοινή συναίνεση κι άρχισαν να ερευνούν το μονοπάτι με τα ραβδιά τους. Προηγείτο ο ενωμοτάρχης κι ήξερε ότι για μερικές γυάρδες είχαν ένα σχεδόν καθαρό πέρασμα μπροστά τους. Η κατάπληξή του λοιπόν ήταν μεγάλη όταν ίσια μπροστά του βρήκε ένα εμπόδιο. Ψηλάφισαν με τα ραβδιά και προσπάθησαν και τις δυο πλευρές, αλλά μάταια. Κοιτάχτηκαν.
"Βρήκαμε την είσοδο, άρα πρέπει να υπάρχει και έξοδος" είπε απελπισμένος ο Ντέηβιντ.

Δεν την βρήκαν, ακόμα κι αν υπήρχε. Ο κύκλος γύρω τους φαινόταν πλήρης.
"Άκου!", είπε ο ενωμοτάρχης.

Για μισή ώρα ήταν εγκλωβισμένοι μέσα στον κύκλο που όλο και μίκραινε, ενώ οι σθεναρές τους προσπάθειες δεν έφερναν κανένα αποτέλεσμα. Εξασφαλισμένη λεία των αόρατων τεράτων έμοιαζαν σαν τους τελευταίους ανθρώπους στον κόσμο. Ξαφνικά ένα αδύναμο αλλά αλάθητο "Γεια σας" μόλις που μπόρεσε να σπάσει τη σιωπή. Απάντησαν μ' όλη τη δύναμη των πνευμόνων τους.
"Έρχομαι!", αντιγύρισε η φωνή. "Σταθείτε εκεί που είστε". Επειδή οποιαδήποτε άλλη διαδρομή ήταν αδύνατη, ο Ντέηβιντ απάντησε με οδηγίες να βιαστεί. Πήρε όμως άλλα δεκαπέντε λεπτά για να δουν τον κάτοχο της φωνής να πλησιάζει προσεκτικά. Ήταν ένας κοντός νεαρός άντρας με μεγάλα γυαλιά και σφύριζε χαρωπά. Με το ένα του χέρι κυμάτιζε μπροστά και μακριά του μια μεταλλική βέργα. Κάτω απ' τη μασχάλη του άλλου του χεριού κρατούσε σφιχτά ένα μάτσο λεπτά ξύλινα ραβδιά, με μια άσπρη μπαλίτσα στην άκρη του καθενός.
"Γεια σας! Τί τρέχει με σας τους δυο;" ρώτησε.
"Περικυκλωμένοι", απάντησε απότομα ο Ντέηβιντ. Η άνεση του νεοφερμένου τον εκνεύρισε τρομερά.
"Δυσάρεστο", σχολίασε ο νεαρός. "Μη στεναχωριέστε. Θα σας ελευθερώσω γρήγορα".

Έσπρωξε με τη βέργα του μέχρι που συνάντησε το αρπακτικό εμπόδιο. Αρπάζοντας ένα ραβδί από το δεμάτι του, έτεινε προς τα έξω το στρογγυλεμένο άκρο. Αυτό έσπασε αμέσως, τράβηξε κι άλλα ραβδιά, που τα έτεινε δεξιά κι αριστερά, κι όλα είχαν την ίδια τύχη.
"Ποιοί είστε;", ρώτησε. Ο ενωμοτάρχης του είπε.
"Νόμισαν ότι πεθάνατε", είπε, δείχνοντας πίσω πάνω από τους ώμους του. "Οι περισσότεροι από την ομάδα μας πέθαναν"
"Τί κάνεις; Το δηλητηριάζεις;" "Όχι, δεν βρήκαμε ακόμα το κατάλληλο δηλητήριο για την αφεντιά του. Κοίτα". Έδειξε το λευκό μπαλάκι που μόλις είχε καταπιεί το τέρας και διαπίστωσαν ότι από άσπρο είχε γίνει τώρα φωτεινό μπλε.
"Μπλε μεθυλένιο καλυμμένο με ευδιάλυτο χαρτί", εξήγησε. "Διαλύεται το χαρτί και παφ! Ορατότητα. Το αφεντικό μου, ο Κάντμαν ο βιολόγος, έφτιαξε μερικές εκατοντάδες απ' αυτά τα χάπια. Ένας άντρας, ονόματι Ντερκ Ρόμπινς, ήρθε και τον βρήκε χτες σε κατάσταση αλλοφροσύνης. Ο Κάντμαν κατάλαβε ότι το πρώτο που έπρεπε να γίνει ήταν να κάνουμε ορατό το θηρίο".
"Ο καλός, παλιός Ντερκ!" φώναξε ενθουσιασμένος ο Ντέηβιντ.
Ο άλλος κούνησε το κεφάλι του. "Είχε λίγη λογική παραπάνω από όλους εσάς" είπε άχαρα. "Δυστυχώς όμως, την ώρα που φτάσαμε εδώ κάποιος τρελός τάιζε το κτήνος πυροτεχνήματα".

Η μπλε βαφή, λιγότερο έντονη καθώς διαλυόταν, σκορπίστηκε ταχύτατα πάνω σ' όλο το πλάσμα. Μπόρεσαν να δουν, όχι μόνον τη θολωτή πάνω επιφάνεια, την οποία ήξεραν έτσι κι αλλιώς, αλλά ίσα μέσα του, σαν να ήταν ένα βαμμένο δείγμα από σλάιντς. Εύκολα μπορούσαν να εντοπίσουν τώρα τους πολλούς λαιμούς που κατευθύνονταν προς το κοινό τους στομάχι και να παρατηρήσουν επίσης ένα είδος αγγειακού συστήματος. Στη ρίζα της κάθε μιας από τις πολλές "κεφαλές" διακρίνονταν ένα είδος βαλβίδας να συστέλλεται και να διαστέλλεται ρυθμικά. Ο νεαρός έδειξε ένα από τα όργανα και κούνησε το κεφάλι του.
"Να αυτό που έκανε την περισσότερη ζημιά", εξήγησε. Ούτε ο ενωμοτάρχης όμως ούτε κι ο Ντέηβιντ είχαν την διάθεση για διάλεξη. Ένα μήκος του πλάσματος μεγαλύτερο από τέσσερα πόδια τους έκοβε το δρόμο προς την ελευθερία και το γεγονός ότι ήταν ορατό δεν επηρέαζε στο ελάχιστο την όρεξή του. Το είπαν στον νεαρό.
"Εντάξει, εντάξει", είπε ο νεαρός χαρωπά. Απ' το δεμάτι του με τις βέργες τράβηξε ένα όργανο, σαν κρουστικό έμοιαζε κι άρχισε να διαπερνά μ' αυτό με περισσή φροντίδα και ακρίβεια τα όργανα που ήταν σε συστολή . Ενώ δούλευε συνέχισε να εξηγεί.
"Πολύ ενδιαφέρουσα δομή, περίπου σαν καρδιά -και το πλάσμα χρειάζεται στην πραγματικότητα μια καρδιά μόνο και σκοράρει. Είναι ένα είδος σύνθετου ζώου, κι όταν σπάει σε κομμάτια, κάθε τμήμα του μ' έναν σφυγμό σαν αυτόν γίνεται μια ξεχωριστή οντότητα. Ανασχηματίζεται γρήγορα κι αρχίζει να ζει αυτόνομο. Όταν πιεστούν δυο απ' αυτά, συγχωνεύονται πάλι. Έτσι πιστεύω ότι περικυκλωθήκατε κι εσείς. Πολύ πρωτόγονη μορφή στ' αλήθεια. Απ' όσα ξέρουμε μέχρι τώρα, ο μόνος τρόπος να το σκοτώσουμε μάλλον δείχνει να είναι η απενεργοποίηση κάθε σφυγμού . Ακόμα κι ένας να μείνει, μπορεί να αναδομηθεί".

Όταν είχε τελειώσει με όλα τα κεφάλια που έφτανε απ' τη μεριά του, έδωσε την αιχμηρή βέργα στον Ντέηβιντ. Μετά από δουλειά λίγων λεπτών, ο αρχέγονος κίνδυνος δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια αδρανή μπαλίτσα γαλαζωπού ζελέ που μπόρεσαν να δρασκελίσουν.
"Δόξα τω Θεώ", είπε ο Ντέηβιντ, καθώς έφτασε ασφαλής στην απέναντι μεριά. Ο ενωμοτάρχης γρύλισε και σκούπισε πάλι το μέτωπό του. Ο νεαρός τους οδήγησε πάλι πίσω από την ίδια διαδρομή που είχε έρθει.
"Τί έγινε με το αρχικό πλάσμα; Καταστράφηκε εντελώς;" ρώτησε ο Ντέηβιντ.
"Το περισσότερο ναι, αλλά αναδομείται. Όπως και να 'χει όμως το πράγμα, τώρα που μπορούμε να το δούμε θα είμαστε σε θέση να επικοινωνήσουμε μαζί του. Αν και στην αρχή ένιωσα ότι ήταν λίγο φρικιαστικό. Η διαφάνεια είναι κάτι. Το αόρατο όμως είναι εντελώς άλλο πράγμα".

Έφτασαν κατά μήκος της ακανόνιστης σειράς των πλασμάτων που ήταν ήδη βαμμένα. Ροκάνιζαν ακόμα τα δέντρα, αλλά φαινόταν πιο ακίνδυνα τώρα που είχαν χάσει τον "εξοπλισμό" του αόρατου. Σε κάποια απόσταση ήταν μια ομάδα αντρών που κατέστρεφαν επιμελώς τα τέρατα με τη βοήθεια αιχμηρών ραβδιών.
Ο νεαρός τους αποχαιρέτησε. "Πάτε ίσια μπροστά", συνέστησε, "εκεί είναι εντάξει. Θα μου ήταν εξαιρετικά ευχάριστο εάν λέγατε στον λοχαγό Φορμπς τη γνώμη μου γι' αυτόν, όταν τον δείτε".
"Σώθηκε;"
"Ασφαλώς. Κάτι τέτοιοι τύποι επιβιώνουν πάντα".

Είχε δίκιο. Όταν συνάντησαν μια ομάδα αντρών που μάλλον βρισκόταν στο κέντρο των επιχειρήσεων, διαπίστωσαν πως ο λοχαγός ήταν ανάμεσά τους. Φαινόταν να εξηγεί ότι η αποτυχία της επίθεσής του οφειλόταν στην πρόωρη έκρηξη των δυο βομβών. Ο Ντερκ ξέφυγε από τους άλλους και τους χαιρέτησε εγκάρδια.
"Άφησέ τους να τα βρούνε μεταξύ τους", είπε λίγο αργότερα. "Ο γενναίος λοχαγός έχει τώρα μια θεωρία ότι θα ήταν πιο σύντομο να δηλητηριάσουν τα κτήνη με αέριο. Θα είμαστε πιο ασφαλείς λίγα μίλια μακρύτερα..."